Avis juridique important
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 10ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 1985. - ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΤΑ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ. - ΦΠΑ - ΒΑΣΗ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΚΙΝΗΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ ΕΝΑΝΤΙ ΜΕΡΙΚΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 17/84.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1985 σελίδα 02375
Περίληψη
Διάδικοι
Αντικείμενο της υπόθεσης
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
Φορολογικές διατάξεις — Εναρμόνιση των νομοθεσιών — Φόροι κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας — Βάση επιβολής του φόρου — Ανάληψη μεταχειρισμένου κινητού πράγματος έναντι μερικής πληρωμής — Εθνικό σύστημα που προβλέπει ότι η αξία του αναλαμβανομένου πράγματος δεν περιλαμβάνεται στη βάση επιβολής του φόρου — Επιτρέπεται — Προϋποθέσεις
( Οδηγία του Συμβουλίου 77/388 , άρθρα 11 , A , 1 α ), και 32 )
Εθνικό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας που υπήρχε όταν τέθηκε σε ισχύ η έκτη οδηγία περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών περί φόρου κύκλου εργασιών , το οποίο ορίζει ότι προκειμένου να καθοριστεί η βάση επιβολής του φόρου σε περίπτωση παραδόσεως κινητού πράγματος με ανάληψη μεταχειρισμένου πράγματος δεν συνυπολογίζεται η αξία του αναληφθέντος πράγματος στο αντίτιμο που πρέπει να καταβάλει ο αγοραστής , δεν συνιστά παράβαση του άρθρου 11 , μέρος A , παράγραφος 1 , στοιχείο α ), της οδηγίας , καθόσον καλύπτεται , σε o,τι αφορά τις αρχές του , από το άρθρο 32 της εν λόγω οδηγίας , το οποίο επιτρέπει , μέχρι την εφαρμογή κοινού συστήματος φορολογίας των μεταχειρισμένων πραγμάτων που θα αποκαθιστά , στον τομέα πωλήσεως μεταχειρισμένων πραγμάτων , την ουδετερότητα , σε o,τι αφορά τον ανταγωνισμό , μεταξύ των απευθείας πωλήσεων μεταξύ καταναλωτών και των συναλλαγών που πραγματοποιούνται μέσω του εμπορικού κυκλώματος , στα κράτη μέλη να διατηρήσουν τα επί μέρους συστήματα που επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό . Πράγματι σκοπός και συνέπεια ενός τέτοιου συστήματος είναι να αντισταθμίσει το εναπομένον μέρος του φόρου προστιθέμενης αξίας που έχει ήδη επιβαρύνει το αναληφθέν μεταχειρισμένο πράγμα , ώστε να μπορεί το αγαθό αυτό να υπαχθεί , κατά τη μεταπώλησή του , στο γενικό σύστημα του φόρου προστιθέμενης αξίας και όχι να απαλλάξει από το φόρο ένα μέρος της αντιπαροχής που έλαβε ο υποκείμενος σε φόρο μεταπωλητής για την παράδοση του καινούριου πράγματος .
Στην υπόθεση 17/84 ,
Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων , εκπροσωπούμενη από το νομικό σύμβουλο D . R . Gilmour , με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γ . Κρεμλή , μέλος της νομικής της υπηρεσίας , κτίριο Jean Monnet , Kirchberg ,
προσφεύγουσα ,
κατά
Ιρλανδίας , εκπροσωπούμενης από τον L . J . Dockery , Chief State Solicitor , με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο την πρεσβεία της , 28 , route d’Arlon ,
καθής ,
που έχει ως αντικείμενο να αναγνωριστεί ότι η Ιρλανδία , εμμένοντας στην εφαρμογή του άρθρου 10 , παράγραφος 2 , του « Value Added Tax Act » του 1972 , το οποίο , κατά παράβαση του άρθρου 11 της οδηγίας 77/388/EOK του Συμβουλίου , της 17ης Μα ΐου 1977 , περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας : ομοιόμορφη φορολογική βάση ( EE ειδ . έκδ . 09/001 , σ . 49 ), μειώνει τη βάση υπολογισμού του φόρου στην περίπτωση πωλήσεως πράγματος με ταυτόχρονη ανάληψη άλλου έναντι μερικής πληρωμής , παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την εν λόγω οδηγία ,
1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη γραμματεία του Δικαστηρίου στις 18 Ιανουαρίου 1984 , η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άσκησε , δυνάμει του άρθρου 169 της Συνθήκης EOK , προσφυγή με την οποία ζητεί να αναγνωριστεί ότι η Ιρλανδία , εμμένοντας στην εφαρμογή του άρθρου 10 , παράγραφος 2 , του « Value Added Tax Act » ( Νόμου περί φόρου προστιθέμενης αξίας ) του 1972 , το οποίο , κατά παράβαση του άρθρου 11 της οδηγίας 77/388/EOK του Συμβουλίου , της 17ης Μα ΐου 1977 , περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας : ομοιόμορφη φορολογική βάση ( EE ειδ . έκδ . 09/001 , σ . 49 ), μειώνει τη βάση υπολογισμού του φόρου στην περίπτωση πωλήσεως πράγματος με ταυτόχρονη ανάληψη άλλου , έναντι μερικής πληρωμής , παρέβη υποχρέωση που υπέχει από την εν λόγω οδηγία ( στο εξής : η έκτη οδηγία ).
2 Κατά το άρθρο 11 , μέρος A , παράγραφος 1 , στοιχείο α ), της έκτης οδηγίας , βάση επιβολής του φόρου συνιστά οτιδήποτε αποτελεί την αντιπαροχή την οποία έλαβε ή πρόκειται να λάβει ο πωλητής από τον αγοραστή ή τρίτο πρόσωπο για την παράδοση ενός αγαθού . Αντιθέτως , η επίδικη ιρλανδική διάταξη προβλέπει ότι κατά τον υπολογισμό του συνολικού ποσού επί του οποίου θα επιβληθεί ο φόρος , μπορεί να γίνει αφαίρεση της αξίας των μεταχειρισμένων κινητών πραγμάτων που γίνονται δεκτά σε γενική ή μερική ανταλλαγή των παραδιδομένων πραγμάτων .
3 Πρέπει να αναφερθεί ότι σχετικά με την επανεισαγωγή ενός μεταχειρισμένου πράγματος στο εμπορικό κύκλωμα έχουν ήδη γίνει πολλές προτάσεις σε κοινοτικό επίπεδο . Για το θέμα αυτό , η πρόταση έκτης οδηγίας ( JO 1973 , C 80 , σ . 1 ) περιείχε διάταξη που προέβλεπε την ελάφρυνση της φορολογίας μεταχειρισμένων πραγμάτων ώστε να μη θιγούν ορισμένες εμπορικές πράξεις . Επειδή το Συμβούλιο δεν υιοθέτησε τη διάταξη αυτή , στο άρθρο 32 της έκτης οδηγίας προβλέπεται ότι το Συμβούλιο , προτάσει της Επιτροπής , θα θεσπίσει ομοφώνως πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1977 , το κοινοτικό καθεστώς που θα αφορά , μεταξύ άλλων , τη φορολογία μεταχειρισμένων πραγμάτων και ότι μέχρι να τεθεί σε εφαρμογή το κοινοτικό αυτό καθεστώς , τα κράτη μέλη , τα οποία κατά το χρόνο ενάρξεως ισχύος της έκτης οδηγίας εφαρμόζουν ειδικό καθεστώς για τα ανωτέρω πράγματα , μπορούν να το διατηρήσουν . Στις 11 Ιανουαρίου 1978 , η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση εβδόμης οδηγίας ( JO C 26 , σ . 2 ) που προβλέπει κοινά συστήματα φόρου προστιθέμενης αξίας για τον τομέα αυτό , η πρόταση όμως αυτή δεν έχει γίνει ακόμα αποδεκτή .
4 Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η αξία του μεταχειρισμένου πράγματος που δέχεται ο πωλητής σε ανταλλαγή παραδιδόμενου καινούριου πράγματος συνυπολογίζεται στην αντιπαροχή που καταβάλλει ο αγοραστής για το καινούριο πράγμα . Σύμφωνα , λοιπόν , με το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας , η αξία αυτή αποτελεί μέρος της βάσεως υπολογισμού του φόρου που πρέπει να καταβάλει το παραδιδόμενο καινούριο πράγμα . Το άρθρο 32 αφορά τα ειδικά συστήματα που εφαρμόζονται στα μεταχειρισμένα πράγματα και δεν επιτρέπει καμία απόκλιση από τους κανόνες που καθορίζουν τη βάση επιβολής του φόρου που πρέπει να καταβληθεί για ένα καινούριο πράγμα . Εξάλλου , καμία από τις διατάξεις που προτείνει η Επιτροπή για τη δημιουργία κοινών συστημάτων φορολογίας μεταχειρισμένων πραγμάτων δεν επιτρέπει τέτοια απόκλιση . Αντιθέτως προς τις εν λόγω προτάσεις , το ιρλανδικό σύστημα ευνοεί λιγότερο τον τελικό αγοραστή του μεταχειρισμένου πράγματος , από o,τι τον αγοραστή του καινούριου πράγματος , ο οποίος , σύμφωνα με το σύστημα , επωφελείται από μία απευθείας μείωση του ΦΠΑ .
5 Εν πάση περιπτώσει , η επίδικη ιρλανδική διάταξη δεν μπορεί , κατά την άποψη της Επιτροπής , να θεωρηθεί ειδικό σύστημα που αποτρέπει τη διπλή φορολογία των μεταχειρισμένων πραγμάτων σύμφωνα με τους στόχους του άρθρου 32 της έκτης οδηγίας . Δεν καλύπτει όλες τις αγορές μεταχειρισμένων πραγμάτων , αλλά μόνο τις περιπτώσεις αναλήψεως ομοίου πράγματος κατά την παράδοση άλλου πράγματος . Την τυπική αυτή περίπτωση ρυθμίζει το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας και επομένως δεν μπορεί να ρυθμίζεται ταυτόχρονα και από ένα ειδικό σύστημα κατά την έννοια του άρθρου 32 .
6 Τέλος , η Επιτροπή εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι η ιρλανδική ρύθμιση συνεπάγεται μείωση των εσόδων του Δημοσίου και , επομένως , μείωση των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων στην περίπτωση που η τιμή μεταπωλήσεως του μεταχειρισμένου πράγματος είναι μικρότερη από την τιμή αναλήψεως .
7 H ιρλανδική κυβέρνηση επεξηγεί ότι η πώληση καινούριου πράγματος με παράλληλη ανάληψη μεταχειρισμένου αποτελεί το συνηθέστερο τρόπο με τον οποίο ορισμένες κατηγορίες μεταχειρισμένων πραγμάτων , ιδίως τα αυτοκίνητα , επανεισάγονται στο εμπορικό κύκλωμα στην Ιρλανδία . H διάταξη αυτή της ιρλανδικής νομοθεσίας ρυθμίζει , επομένως , το σημαντικότερο τμήμα του εμπορίου μεταχειρισμένων πραγμάτων και παρέχει τη δυνατότητα , για το τμήμα αυτό , να αποφεύγεται η διπλή φορολογία με την οποία θα επιβαρύνονταν , διαφορετικά , τα μεταχειρισμένα πράγματα , λόγω του απαιτητού του ΦΠΑ κατά τη μεταπώληση αυτών των πραγμάτων . Πρόκειται , επομένως , πράγματι για ειδικό σύστημα κατά την έννοια του άρθρου 32 της έκτης οδηγίας . Είναι βεβαίως αληθές ότι το σύστημα αυτό εφαρμόζεται στην περίπτωση παραδόσεως που ρυθμίζεται από τους κανόνες του άρθρου 11 της εν λόγω οδηγίας , αυτό , όμως , εξηγείται από το γεγονός ότι η παράδοση αυτή από τον υποκείμενο σε φόρο δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ταυτόχρονη απόκτηση κυριότητας εκ μέρους του επί του αναλαμβανομένου μεταχειρισμένου πράγματος . Αν το κοινοτικό δίκαιο δεν επέ τρεπε τη μείωση που προβλέπε , για μια τέτοια περίπτωση η επίδικη διάταξη , ο υποκείμενος σε φόρο πωλητή , μόνο με ζημία θα μπορούσε να ασχοληθεί με το εμπόριο μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που ανήκουν σε μη υποκείμενους σε φόρο .
8 Κατά την ιρλανδική κυβέρνηση , η ερμηνεία του άρθρου 32 της έκτης οδηγίας που προτείνει η Επιτροπή δεν συμφωνεί ούτε προς τους σκοπούς , ούτε προς το γράμμα του άρθρου αυτού και είναι , πράγματι , τόσο περιοριστική που εμποδίζει την επίτευξη του προφανούς σκοπού της εγκρίσεως που παρέχει το εν λόγω άρθρο . Είναι , επίσης ασυμβίβαστη με τις προτάσεις που έκανε η ίδια η Επιτροπή σχετικά με τα μεταχειρισμένα πράγματα στις προτάσεις έκτης και έβδομης οδηγίας για το ΦΠΑ . Σχετικά με το θέμα αυτό , η κυβέρνηση επιχειρεί να αποδείξει με αριθμητικά παραδείγματα ότι το ισχύον στην Ιρλανδία σύστημα καταλήγει στα ίδια αποτελέσματα με τα κοινά συστήματα που προβλέπει η πρόταση έβδομης οδηγίας , εκτός σε o,τι αφορά το χρόνο κατά τον οποίο αφαιρείται το εναπομένον μέρος ΦΠΑ που επιβαρύνει το μεταχειρισμένο πράγμα , πρόβλημα το οποίο δεν ρυθμίζει το άρθρο 32 της έκτης οδηγίας .
9 H ιρλανδική κυβέρνηση αποδέχεται , πάντως , ότι σε σχέση με τα συστήματα που προτείνει η Επιτροπή το ιρλανδικό σύστημα συνεπάγεται μείωση των εσόδων του Δημοσίου στην περίπτωση που το μεταχειρισμένο πράγμα μεταπωλείται σε τιμή μικρότερη από την τιμή αναλήψεως . H περίπτωση αυτή όμως θα έπρεπε να εξομοιωθεί με την περίπτωση εκπτώσεως που παρέχεται στην πηγή από τον υποκείμενο σε φόρο και την οποία επιτρέπει το άρθρο 11 , μέρος A , παράγραφος 3 , στοιχείο β ), της έκτης οδηγίας ή με την περίπτωση επιτρεπόμενης εκπτώσεως φόρου που καταβλήθηκε σε προηγούμενα στάδια και βαρύνει πράγματα που αγόρασε προς εμπορία ο υποκείμενος σε φόρο .
10 Προκειμένου να αρθεί αυτή η διάσταση γνωμών , πρέπει να εξεταστούν αναλυτικότερα οι δυσχέρειες που παρουσιάζει το σύστημα ΦΠΑ , όπως αυτό προκύπτει από τους γενικούς κανόνες των κοινοτικών οδηγιών , για το εμπόριο μεταχειρισμένων πραγμάτων , καθώς και τα διάφορα μέτρα που προτάθηκαν ή εφαρμόστηκαν για την επίλυση των δυσχερειών αυτών .
11 H αρχή του κοινού συστήματος ΦΠΑ συνίσταται , δυνάμει του άρθρου 2 της πρώτης οδηγίας 67/227 του Συμβουλίου , της 11ης Απριλίου 1967 ( EE ειδ . έκδ . 09/001 , σ . 3 ), στην επιβολή επί των πραγμάτων και των υπηρεσιών ενός γενικού φόρου καταναλώσεως , ακριβώς αναλόγου προς την τιμή των πραγμάτων και των υπηρεσιών , ανεξαρτήτως του αριθμού των συναλλαγών οι οποίες διενεργούνται κατά τα στάδια της παραγωγής και της διανομής , προ του σταδίου επιβολής του φόρου . Ωστόσο , σε κάθε συναλλαγή , ο οφειλόμενος ΦΠΑ προκύπτει μετά την έκπτωση του ποσού του ΦΠΑ , ο οποίος έχει επιβαρύνει κατά τρόπο άμεσο το κόστος των διαφόρων στοιχείων από τα οποία συντίθεται η τιμή . Για τα πράγματα , το γενεσιουργό γεγονός του φόρου είναι η παράδοση ενός πράγματος που γίνεται επ’ ανταλλάγματι από έναν υποκείμενο σε φόρο , ο οποίος ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτή , μόνον δε οι υποκείμενοι σε φόρο δικαιούνται να εκπέσουν από το ΦΠΑ που οφείλουν το ΦΠΑ που έχει ήδη επιβαρύνει σε προηγούμενο στάδιο το πράγμα .
12 Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε στάδιο παραγωγής και διανομής το πράγμα φορολογείται , στην πράξη , μόνο βάσει της αξίας που προστίθεται στο στάδιο αυτό . Κατά την άφιξή του , λοιπόν , στον τελικό καταναλωτή , που δεν υπόκειται σε φόρο , το πράγμα επιβαρύνεται μ’ ένα ποσό ΦΠΑ ανάλογο προς την τιμή που κατέβαλε ο εν λόγω καταναλωτής στον προμηθευτή του .
13 Αν κατόπιν ο καταναλωτής παραδώσει το πράγμα σε άλλο καταναλωτή , μη υποκείμενο σε φόρο , για τη συναλλαγή αυτή ούτε καταβάλλεται , ούτε αφαιρείται φόρος . Αν ο καταναλωτής παραδώσει το πράγμα σε έμπορο υποκείμενο σε φόρο , για την παράδοση αυτή δεν καταβάλλεται επίσης φόρος , αν όμως ο υποκείμενος σε φόρο μεταπωλήσει το πράγμα καταβάλλεται ΦΠΑ ανάλογος προς την τιμή μεταπωλήσεως , χωρίς ο υποκείμενος σε φόρο να έχει δικαίωμα οποιασδήποτε εκπτώσεως του ΦΠΑ που έχει ήδη επιβαρύνει το πράγμα σε προηγούμενα στάδια .
14 Επομένως , τα μεταχειρισμένα πράγματα που επανεισάγονται στο εμπορικό κύκλωμα φορολογούνται για δεύτερη φορά , ενώ τα μεταχειρισμένα πράγματα που περνούν απευθείας από τον έναν καταναλωτή στον άλλο , εξακολουθούν να επιβαρύνονται μόνο με το φόρο που επιβλήθηκε κατά την πρώτη πώληση σε μη υποκείμενο σε φόρο καταναλωτή . Ιδίως στην περίπτωση υψηλού συντελεστή ΦΠΑ , η διαφορετική αυτή μεταχείριση έχει ως συνέπεια να νοθεύει τον ανταγωνισμό μεταξύ απευθείας πωλήσεων από τον έναν καταναλωτή στον άλλο και συναλλαγών μέσω του κανονικού εμπορικού κυκλώματος και πλήττει έτσι τομείς του εμπορίου για τους οποίους οι συναλλαγές που αφορούν μεταχειρισμένα πράγματα ενέχουν ιδιαίτερη σημασία όπως συμβαίνει ιδίως με το εμπόριο αυτοκινήτων .
15 Το άρθρο 32 της έκτης οδηγίας προβλέπει τη μεταγενέστερη θέσπιση , από το Συμβούλιο , κοινού συστήματος με σκοπό την αποφυγή αυτής της στρεβλώσεως του ανταγωνισμού , μέχρι δε της εφαρμογής του κοινού αυτού συστήματος , η εν λόγω διάταξη επιτρέπει τη διατήρηση σε ισχύ των υφισταμένων εθνικών συστημάτων που επιδιώκουν αυτό τον σκοπό .
16 H Επιτροπή , δίνοντας συνέχεια στο άρθρο 32 της έκτης οδηγίας , υπέβαλε στο Συμβούλιο την πρότασή της για μια έβδομη οδηγία , η οποία προέβλεπε δύο μεθόδους για επίτευξη του επιδιωκόμενου αποτελέσματος . Για τα μεταχειρισμένα πράγματα γενικώς η πρόταση προβλέπει ότι , κατά την παράδοση από υποκείμενο σε φόρο μεταπωλητή πράγματος του οποίου την κυριότητα απέκτησε από μη υποκείμενο σε φόρο , τη βάση επιβολής του φόρου αποτελεί ένα κατ’ αποκοπή ποσοστό της τιμής μεταπωλήσεως , το οποίο θεωρείται ότι αντιστοιχεί στην αξία που προσέθεσε ο υποκείμενος σε φόρο μεταπωλητής . Για ορισμένα μεταχειρισμένα πράγματα που ο ρόλος τους για το εμπόριο είναι σημαντικός , ιδίως για τα αυτοκίνητα , η πρόταση προβλέπει σύστημα που καταλήγει σε περισσότερο συγκεκριμένα αποτελέσματα . Κατά το σύστημα αυτό , η μεταπώληση παρέχει στον υποκείμενο σε φόρο μεταπωλητή το δικαίωμα να εκπέσει το φόρο , ο οποίος υπολογίζεται βάσει της τιμής αγοράς του πράγματος από τον μη υποκείμενο σε φόρο . Τα δύο λοιπόν προτεινόμενα συστήματα έχουν , επομένως , το κοινό χαρακτηριστικό ότι το εναπομένον μέρος του ΦΠΑ που έχει ήδη επιβαρύνει το μεταχειρισμένο πράγμα λαμβάνεται υπόψη κατά τη μεταπώληση .
17 Το ιρλανδικό σύστημα λαμβάνει ήδη υπόψη του το εναπομένον αυτό μέρος του φόρου κατά την απόκτηση της κυριότητας του μεταχειρισμένου πράγματος από τον υποκείμενο σε φόρο , υπό μορφή αναλήψεως . Πράγματι , το σύστημα αυτό μόνο κατά τα φαινόμενα συνεπάγεται μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου που πρέπει να καταβληθεί για το καινούριο πράγμα . H μείωση είναι απολύτως ανάλογη προς την τιμή που καταβάλλει ο υποκείμενος σε φόρο για το μεταχειρισμένο πράγμα που αγοράζει από έναν μη υποκείμενο σε φόρο και , στην πράξη , αντισταθμίζει το εναπομένον μέρος του ΦΠΑ που έχει ήδη επιβαρύνει το μεταχειρισμένο πράγμα . Εφόσον έτσι , ο φόρος που εβάρυνε το πράγμα αυτό εκπίπτει κατά την αγορά του από τον υποκείμενο σε φόρο μεταπωλητή , μπορεί , εντελώς κανονικά , να του επιβληθεί φόρος κατά τη μεταπώλησή του , χωρίς η φορολογία αυτή να νοθεύει τον ανταγωνισμό σε σχέση με τις απευθείας πωλήσεις μεταξύ καταναλωτών .
18 Δεν έχει σημασία , από την άποψη αυτή , ότι , από τυπικής απόψεως , το αντιστάθμισμα αυτό αποβαίνει , κατά τρόπο άμεσο , προς όφελος του αγοραστή του καινούριου πράγματος που είναι ταυτόχρονα πωλητής του μεταχειρισμένου πράγματος , ενώ , στα συστήματα που προτείνει η Επιτροπή , από τη μείωση του φόρου κατά τη μεταπώληση επωφελείται , κατά τρόπο άμεσο , ο μη υποκείμενος σε φόρο αγοραστής του μεταχειρισμένου πράγματος . Όπως αποδεικνύεται από τα αριθμητικά παραδείγματα που υπέβαλε η ιρλανδική κυβέρνηση , οι τιμές που συμφωνούν οι αντισυμβαλλόμενοι κατά τις δύο συναλλαγές που αφορούν το εν λόγω αντικείμενο έχουν την τάση να προσαρμόζονται προς το εφαρμοζόμενο σύστημα έτσι ώστε να καταλήγουν , κατά κανόνα , στα ίδια αποτελέσματα τόσο για τους τρεις αντισυμβαλλόμενους που λαμβάνουν μέρος στις εν λόγω συναλλαγές , όσο και τα έσοδα του Δημοσίου , με μόνες διαφορές το χρόνο κατά τον οποίο εκπίπτει από το μεταχειρισμένο πράγμα το εναπομένον μέρος του ΦΠΑ και τον τρόπο που αναλύονται οι τιμές . Τα εξεταζόμενα συστήματα έχουν και τα τρία ως αποτέλεσμα να αποκαθιστούν την ουδετερότητα , σε o,τι αφορά τον ανταγωνισμό , μεταξύ των απευθείας πωλήσεων μεταξύ καταναλωτών και των συναλλαγών που πραγματοποιούνται μέσω του εμπορικού κυκλώματος .
19 Υπό το φως αυτών των διαπιστώσεων πρέπει , επομένως , να κριθεί αν , όπως υποστηρίζει η Επιτροπή , το ιρλανδικό σύστημα συνιστά απόκλιση από το άρθρο 11 της έκτης οδηγίας , η οποία δεν μπορεί να δικαιολογηθεί βάσει του άρθρου 32 της εν λόγω οδηγίας . Όπως , όμως , προκύπτει από την πιο πάνω ανάλυση σκοπός του συστήματος αυτού δεν είναι να απαλλάξει από το φόρο ένα μέρος της αντιπαροχής που έλαβε ο υποκείμενος σε φόρο μεταπωλητής για την παράδοση του καινούριου πράγματος , ούτε έχει ένα τέτοιο αποτέλεσμα . Αντιθέτως , σκοπός του ιρλανδικού συστήματος και αποτέλεσμά του είναι να αντισταθμίσει το εναπομένον μέρος του ΦΠΑ που έχει ήδη επιβαρύνει το αναλαμβανόμενο μεταχειρισμένο πράγμα , ώστε να μπορεί το πράγμα αυτό να υπαχθεί , κατά τη μεταπώλησή του , στο γενικό σύστημα ΦΠΑ . Από αυτό έπεται , σε o,τι αφορά τις αρχές που το διέπουν , ότι το ιρλανδικό σύστημα καλύπτεται , ως προς τους σκοπούς και τις συνέπειές του , από το άρθρο 32 της έκτης οδηγίας και δεν συνιστά παράβαση του άρθρου 11 της οδηγίας αυτής .
20 Το συμπέρασμα αυτό δεν μεταβάλλεται από το γεγονός ότι το ιρλανδικό σύστημα αφορά μόνο τις περιπτώσεις που ο υποκείμενος σε φόρο μεταπωλητής αποκτά την κυριότητα του μεταχειρισμένου πράγματος υπό μορφή αναλήψεως κατά την παράδοση , εκ μέρους του άλλου πράγματος , καινούριου ή επίσης μεταχειρισμένου . Οι περιπτώσεις αυτές συνιστούν πράγματι τη συνηθέστερη μέθοδο με την οποία τα μεταχειρισμένα πράγματα επανεισάγονται στο εμπορικό κύκλωμα , το δε άρθρο 32 της έκτης οδηγίας δεν απαιτεί το παραμένον εν ισχύι εθνικό σύστημα να περιλαμβάνει το σύνολο των συναλλαγών που αφορούν μεταχειρισμένα πράγματα .
21 Δεν είναι επίσης αποφασιστικό το ότι το ιρλανδικό σύστημα συνεπάγεται μείωση των εσόδων του Δημοσίου στην περίπτωση κατά την οποία η τιμή μεταπωλήσεως είναι μικρότερη από την τιμή αναλήψεως . Οι γενικοί κανόνες των οδηγιών συνεπάγονται , με το συνδυασμό της φορολογίας των παραδόσεων που πραγματοποιεί ο υποκείμενος σε φόρο και της εκπτώσεως των φόρων που έχουν καταβληθεί σε προηγούμενα στάδια από τον ίδιο , ότι η πώληση με ζημία ενός καινούριου αντικειμένου επιφέρει μείωση των δημοσίων εσόδων . Επομένως , το ιρλανδικό σύστημα περί αναλήψεως μεταχειρισμένων πραγμάτων δεν συνιστά παραβίαση ούτε των γενικών κανόνων που διατυπώνουν οι κοινοτικές οδηγίες .
22 Κατά συνέπεια , η προσφυγή της Επιτροπής πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της .
Επί των δικαστικών εξόδων
23 Κατά το άρθρο 69 , παράγραφος 2 , του κανονισμού διαδικασίας , ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα . Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθη , πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα .
Για τους λόγους αυτούς
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
αποφασίζει :
1 ) Απορρίπτει την προσφυγή .
2 ) Καταδικάζει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα .