Avis juridique important
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ 27ΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1988. - THE QUEEN ΚΑΤΑ H. M. TREASURY ΚΑΙ COMMISSIONERS OF INLAND REVENUE, EX PARTE DAILY MAIL ΚΑΙ GENERAL TRUST PLC. - ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ HIGH COURT OF JUSTICE, QUEEN'S BENCH DIVISION (ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ) ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ. - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ - ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ - ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ. - ΥΠΟΘΕΣΗ 81/87.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σελίδα 05483
Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα 00693
Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα 00713
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
++++
1. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Εταιρία συσταθείσα κατά τη νομοθεσία κράτους μέλους, στο οποίο και έχει την καταστατική της έδρα - Δικαίωμα μεταφοράς της κεντρικής της διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου της σε άλλο κράτος μέλος - Δεν υπάρχει
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρα 52 και 58)
2. Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων - Ελευθερία εγκαταστάσεως - Οδηγία 73/148 - Δεν εφαρμόζεται στα νομικά πρόσωπα
(Οδηγία 73/148 του Συμβουλίου)
1. Η Συνθήκη θεωρεί τις διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών που αφορούν το απαιτούμενο από τις εταιρίες συνδετικό στοιχείο καθώς και τη δυνατότητα και, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή, τον τρόπο μεταφοράς της έδρας - καταστατικής ή πραγματικής - των εταιριών αυτών από ένα κράτος μέλος σε άλλο ως προβλήματα που δεν έχουν επιλυθεί από τις διατάξεις περί δικαιώματος εγκαταστάσεως, αλλά πρέπει να λυθούν στο μέλλον νομοθετικά ή συμβατικά. Υπό τις συνθήκες αυτές, τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης πρέπει, κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι δεν παρέχουν κανένα δικαίωμα στις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, στο οποίο και έχουν την καταστατική τους έδρα, να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
2. Η οδηγία 73/148, περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητας στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών, αφορά, όπως προκύπτει τόσο από τον τίτλο της όσο και από τις διατάξεις της, τη διακίνηση και τη διαμονή των φυσικών μόνο προσώπων και οι διατάξεις της, λόγω του περιεχομένου τους, δεν προσφέρονται για ανάλογη εφαρμογή στα νομικά πρόσωπα. Επομένως η οδηγία 73/148 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν παρέχει στις εταιρίες το δικαίωμα να μεταφέρουν στην κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
Στην υπόθεση 81/87,
που έχει ως αντικείμενο αίτηση του High Court of Justice, Queen' s Bench Division, προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ,
The Queen
και
H.M. Treasury and Commissioners of Inland Revenue, ex parte Daily Mail and General Trust PLC,
η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία των άρθρων 52 και 58 της Συνθήκης ΕΟΚ και των διατάξεων της οδηγίας 73/148 του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1973, περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητος στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/01, σ. 144),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
συγκείμενο από τους Mackenzie Stuart, πρόεδρο, G. Bosco, O. Due και G. C. Rodriguez Iglesias, προέδρους τμήματος, T. Koopmans, U. Everling, K. Bahlmann, Y. Galmot, R. Joliet, T. F. O' Higgins και F. A. Schockweiler, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: M. Darmon
γραμματέας: D. Louterman, υπάλληλος διοικήσεως
λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που κατέθεσαν:
- η εταιρία Daily Mail and General Trust PLC, προσφεύγουσα της κύριας δίκης, εκπροσωπούμενη από τους David Vaughan, QC, και Derrick Wyatt, barrister, ενεργούντες κατόπιν οδηγιών του F. Sandison, solicitor, Freshfields, Λονδίνο,
- η βρετανική κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την S. J. Hay, Treasury Sollicitor, Queen Anne' s Chambers, επικουρούμενη από τον R. Buxton, QC, Gray' s Inn Chambers, και τους A. Moses και N. Green, barristers,
- η Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο D. Gilmour,
έχοντας υπόψη την έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 22ας Μαρτίου 1988,
αφού άκουσε το γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 7ης Ιουνίου 1988,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με Διάταξη της 6ης Φεβρουαρίου 1987, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 19 Μαρτίου 1987, το High Court of Justice, Queen' s Bench Division, υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία των άρθρων 52 και 58 της εν λόγω Συνθήκης και της οδηγίας 73/148 του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1973, περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητος στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/01, σ. 144).
2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ της εταιρίας Daily Mail and General Trust PLC, προσφεύγουσας της κύριας δίκης (εφεξής: "η προσφεύγουσα") και του βρετανικού Δημοσίου Ταμείου (Treasury), στο πλαίσιο της οποίας ζητείται, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί το Treasury να δεχτεί ότι η προσφεύγουσα δεν έχει καμία υποχρέωση να λάβει άδεια κατά τη βρετανική φορολογική νομοθεσία για να παύσει να έχει την έδρα της στο Ηνωμένο Βασίλειο προκειμένου να την εγκαταστήσει στις Κάτω Χώρες.
3 Από τη δικογραφία προκύπτει ότι, κατά τη βρετανική νομοθεσία περί εταιριών, μια εταιρία όπως η προσφεύγουσα, που έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή και έχει την καταστατική της έδρα (registered office) στο Ηνωμένο Βασίλειο, μπορείνα εγκαταστήσει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της εκτός Ηνωμένου Βασιλείου χωρίς να απολέσει τη νομική της προσωπικότητα ή την ιδιότητα της εταιρίας βρετανικού δικαίου.
4 Σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου που εφαρμόζονται στα κρίσιμα εν προκειμένω περιστατικά, στο φόρο εταιριών του Ηνωμένου Βασιλείου υπάγονται καταρχήν μόνο οι εταιρίες που έχουν έδρα για φορολογικούς σκοπούς στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η "έδρα για φορολογικούς σκοπούς" ορίζεται ως ο τόπος όπου βρίσκεται η κεντρική διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της εταιρίας.
5 Το άρθρο 482, παράγραφος 1, στοιχείο α), του Income and Corporation Taxes Act (βρετανικού νόμου περί φόρου εισοδήματος και φόρου εταιριών) του 1970 απαγορεύει στις εταιρίες που έχουν έδρα για φορολογικούς σκοπούς στο Ηνωμένο Βασίλειο να παύσουν να έχουν εκεί την έδρα αυτή χωρίς την άδεια του Treasury.
6 Η προσφεύγουσα, που είναι εταιρία χαρτοφυλακίου και επενδύσεων, ζήτησε το 1984 την άδεια που προβλέπεται από την προαναφερθείσα εθνική διάταξη, με σκοπό να μεταφέρει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της στις Κάτω Χώρες, η νομοθεσία των οποίων δεν εμποδίζει τις αλλοδαπές εταιρίες να εγκαταστήσουν εκεί την κεντρική τους διοίκηση η εταιρία είχε, μεταξύ άλλων, την πρόθεση να συγκαλεί εκεί το διοικητικό της συμβούλιο και να μισθώσει γραφεία για τις διοικητικές της υπηρεσίες στη χώρα αυτή. Χωρίς να αναμείνει την άδεια αυτή, στη συνέχεια αποφάσισε να ανοίξει στις Κάτω Χώρες ένα γραφείο διαχειρίσεως επενδύσεων, με σκοπό την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους.
7 Είναι βέβαιο ότι ο κύριος λόγος για τον οποίο η προσφεύγουσα αντιμετώπιζε τη μεταφορά της κεντρικής της διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου της ήταν να είναι σε θέση, αφού εγκαταστήσει για φορολογικούς σκοπούς την έδρα της στις Κάτω Χώρες, να πωλήσει σημαντικό μέρος του μη παγίου ενεργητικού της και να χρησιμοποιήσει το προϊόν αυτής της πωλήσεως για την εξαγορά των δικών της μετοχών χωρίς να χρειάζεται να καταβάλει το φόρο στον οποίο θα υπέκειντο οι μεταβιβάσεις αυτές κατά τη φορολογική νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ιδίως ενόψει της αισθητής υπεραξίας των τίτλων που η προσφεύγουσα είχε την πρόθεση να πωλήσει. Η προσφεύγουσα, μετά την εγκατάσταση της κεντρικής της διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου της στις Κάτω Χώρες, θα υπέκειτο στον ολλανδικό φόρο εταιριών, αλλά οι σκοπούμενες μεταβιβάσεις θα φορολογούνταν μόνο βάσει της υπεραξίας που θα δημιουργούνταν ενδεχομένως μετά τη μεταφορά της έδρας της για φορολογικούς σκοπούς.
8 Η προσφεύγουσα, μετά από μακρές διαπραγματεύσεις με το Treasury, που της πρότεινε να πωλήσει μέρος τουλάχιστον των επίμαχων τίτλων πριν μεταφέρει την έδρα της για φορολογικούς σκοπούς εκτός Ηνωμένου Βασιλείου, άσκησε το 1986 προσφυγή ενώπιον του High Court of Justice, Queen' s Bench Division. Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού υποστήριξε ότι τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης ΕΟΚ της παρέχουν το δικαίωμα να μεταφέρει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της σε άλλο κράτος μέλος χωρίς προηγούμενη άδεια ή το δικαίωμα να λάβει τέτοια άδεια χωρίς όρους.
9 Το εθνικό δικαστήριο, για να επιλύσει τη διαφορά αυτή, ανέστειλε τη διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα ερωτήματα:
"1) Εμποδίζουν τα άρθρα 52 έως 58 της Συνθήκης ΕΟΚ ένα κράτος μέλος να απαγορεύσει σε νομικό πρόσωπο που έχει την κεντρική του διοίκηση και το κέντρο ελέγχου των δραστηριοτήτων του στο εν λόγω κράτος μέλος να μεταφέρει χωρίς προηγούμενη άδεια ή έγκριση την εν λόγω κεντρική διοίκηση και το κέντρο ελέγχου σε άλλο κράτος μέλος στη μία ή και στις δύο ακόλουθες περιπτώσεις:
α) όταν το εν λόγω νομικό πρόσωπο ενδέχεται να αποφύγει την καταβολή φόρου επί των κερδών τα οποία έχουν ήδη πραγματοποιηθεί,
β) όταν το εν λόγω νομικό πρόσωπο, μεταφέροντας το κέντρο ελέγχου του, θα μπορούσε να αποφύγει την καταβολή του φόρου που θα καθίστατο απαιτητός αν το νομικό πρόσωπο διατηρούσε την κεντρική του διοίκηση και το κέντρο ελέγχου των δραστηριοτήτων του σ' αυτό το κράτος μέλος;
2) Επιτρέπει η οδηγία του Συμβουλίου 73/148/ΕΟΚ στο νομικό πρόσωπο που έχει την κεντρική του διοίκηση και το κέντρο ελέγχου του σε ένα κράτος μέλος να μεταφέρει την κεντρική του διοίκηση και το κέντρο ελέγχου του σε άλλο κράτος μέλος χωρίς προηγούμενη άδεια ή έγκριση υπό τις περιστάσεις που εκτίθενται στο ερώτημα 1; Αν ναι, έχουν απευθείας εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις εν προκειμένω;
3) Αν απαιτείται αυτή η προηγούμενη άδεια ή έγκριση, δικαιούται ένα κράτος μέλος να την αρνηθεί για τους λόγους που περιέχονται στο ερώτημα 1);
4) Τι σημασία έχει - αν έχει - το γεγονός ότι κατά την νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους δεν απαιτείται άδεια σε περίπτωση μεταφοράς της κατοικίας ιδιώτη ή μεταφοράς της έδρας αστικής εταιρίας σε άλλο κράτος μέλος;
10 Στην έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς τα πραγματικά περιστατικά και το ιστορικό της κύριας υποθέσεως, οι διατάξεις της επίμαχης εθνικής νομοθεσίας, καθώς και οι παρατηρήσεις που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο. Τα στοιχεία αυτά της δικογραφίας δεν επαναλαμβάνονται κατωτέρω παρά μόνον καθόσον απαιτείται για τη συλλογιστική του Δικαστηρίου.
Επί του πρώτου ερωτήματος
11 Στην ουσία το πρώτο ερώτημα αφορά καταρχάς το ζήτημα αν τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης παρέχουν στην εταιρία που έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, στο οποίο και έχει την καταστατική της έδρα, το δικαίωμα να μεταφέρει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της σε άλλο κράτος μέλος. Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, το δικαστήριο ερωτά ακόμη αν το κράτος μέλος καταγωγής μπορεί να εξαρτήσει το δικαίωμα αυτό από άδεια των εθνικών αρχών, η χορήγηση της οποίας αποτελεί συνάρτηση της φορολογικής καταστάσεως της εταιρίας.
12 'Οσον αφορά το πρώτο σκέλος του ερωτήματος, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ουσιαστικά ότι το άρθρο 58 της Συνθήκης παρέχει ρητά στις εταιρίες που αναφέρει το ίδιο δικαίωμα κύριας εγκαταστάσεως σε άλλο κράτος μέλος όπως το δικαίωμα που αναγνωρίζεται, δυνάμει του άρθρου 52, στα φυσικά πρόσωπα. Η μεταφορά της κεντρικής διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου μιας εταιρίας σε άλλο κράτος μέλος συνιστά εγκατάσταση της εταιρίας σ' αυτό το κράτος μέλος, επειδή η εταιρία τοποθετεί εκεί το κέντρο λήψεως των αποφάσεων, πράγμα που συνιστά γνήσια και πραγματική οικονομική δραστηριότητα.
13 Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ισχυρίζεται ουσιαστικά ότι οι διατάξεις της Συνθήκης δεν παρέχουν στις εταιρίες γενικό δικαίωμα μετακινήσεως της κεντρικής τους διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου από ένα κράτος μέλος σε άλλο. Το ίδιο το γεγονός ότι η κεντρική διοίκηση και το κέντρο ελέγχου μιας εταιρία βρίσκονται σε ένα κράτος μέλος δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη γνήσια και πραγματική οικονομική δραστηριότητα στο έδαφος αυτού τουκράτους μέλους και, επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 52 της Συνθήκης.
14 Η Επιτροπή υπογραμμίζει καταρχάς ότι, κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες μία εταιρία μπορεί να μεταφέρει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου από ένα κράτος μέλος σε άλλο διέπονται ακόμη από το εθνικό δίκαιο του κράτους όπου έχει συσταθεί και του κράτους στο οποίο επιθυμεί να μεταφερθεί. Η Επιτροπή αναφέρεται σχετικά στις διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών περί εταιριών. Σε ορισμένες από τις νομοθεσίες αυτές απαντά η έννοια της μεταφοράς της κεντρικής διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου μιας εταιρίας και ορισμένες από αυτές δεν τη συνδέουν με καμία έννομη συνέπεια, έστω και από άποψη φορολογίας. Σύμφωνα με άλλες νομοθεσίες η μεταφορά της κεντρικής διοικήσεως ή του κέντρου λήψεως των αποφάσεων μιας εταιρίας εκτός του εδάφους του κράτους μέλους στο οποίο έχει συσταθεί συνεπάγεται την απώλεια της νομικής προισωπικότητας. 'Ολες όμως οι νομοθεσίες δέχονται τη δυνατότητα λύσεως μιας εταιρίας σε ένα κράτος μέλος και επανασυστάσεώς της σε άλλο. Η Επιτροπή θεωρεί ότι, σε περίπτωση που η μεταφορά της κεντρικής διοικήσεως και του κέντρου ελέγχου είναι δυνατή σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, το δικαίωμα της μεταφοράς τους σε άλλο κράτος μέλος είναι δικαίωμα προστατευόμενο από το άρθρο 52 της Συνθήκης.
15 Ενώπιον των διισταμένων αυτών απόψεων, επιβάλλεται καταρχάς να υπενθυμιστεί, πράγμα που έχει πράξει επανειλημμένα το Δικαστήριο, ότι η ελευθερία εγκαταστάσεως συνιστά μία από τις θεμελιώδεις αρχές της Κοινότητας και ότι οι διατάξεις της Συνθήκης που διασφαλίζουντην ελευθερία αυτή έχουν απευθείας εφαρμογή μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου. Οι διατάξεις αυτές εξασφαλίζουν το δικαίωμα εγκαταστάσεως σε άλλο κράτος μέλος, όχι μόνο στους υπηκόους της Κοινότητας, αλλά και στις εταιρίες που αναφέρονται στο άρθρο 58.
16 Οι διατάξεις αυτές έχουν μεν κύριο σκοπό να εξασφαλίσουν στο κράτος μέλος υποδοχής ίση μεταχείριση προς τους ημεδαπούς, απαγορεύουν όμως και στο κράτος μέλος καταγωγής να εμποδίζει την εγκατάσταση σε άλλο κράτος μέλος ενός από τους υπηκόους του ή μιας εταιρίας που έχει συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία του και καλύπτεται από τον ορισμό του άρθρου 58. 'Οπως ορθώς παρατήρησε η Επιτροπή, τα δικαιώματα που εγγυώνται τα άρθρα 52 και επόμενα θα καθίσταντο κενά περιεχομένου, αν το κράτος καταγωγής μπορούσε να απαγορεύει στις επιχειρήσεις να αποχωρούν προκειμένου να εγκατασταθούν σε άλλο κράτος μέλος. Για τα φυσικά πρόσωπα, το δικαίωμα να εγκαταλείψουν τη χώρα τους προς το σκοπό αυτόν προβλέπεται ρητά από την οδηγία 73/148, η οποία αποτελεί το αντικείμενο του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος.
17 Στην περίπτωση της εταιρίας, το δικαίωμα εγκαταστάσεως ασκείται, κατά κανόνα, με την ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιριών, όπως προβλέπεται ρητά από το δεύτερο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 52. Σε τέτοιου είδους εγκατάσταση άλλωστε προέβη εν προκειμένω η προσφεύγουσα ανοίγοντας στις Κάτω Χώρες ένα γραφείο διαχειρίσεως επενδύσεων. Μια εταιρία μπορεί επίσης να ασκήσει το δικαίωμα εγκαταστάσεως μετέχοντας στη σύσταση εταιρίας σε άλλο κράτος μέλος και στην περίπτωση αυτήτο άρθρο 221 της Συνθήκης της εξασφαλίζει ίση μεταχείριση με τους ημεδαπούς όσον αφορά τη συμμετοχή της στο κεφάλαιο της νέας αυτής εταιρίας.
18 Η διάταξη του βρετανικού δικαίου, κατά της οποίας βάλλει η προσφεύγουσα στην κύρια δίκη, δεν θέτει κανένα περιορισμό στη διενέργεια πράξεων όπως οι περιγραφείσες ανωτέρω. Δεν εμποδίζει άλλωστε ούτε τη μερική ή και ολική μεταφορά των δραστηριοτήτων μιας εταιρίας που έχει συσταθεί κατά το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου σε μια νέα εταιρία που συστήνεται σε άλλο κράτος μέλος, ενδεχομένως μετά από τη λύση και επομένως την εκκαθάριση των φορολογικών λογαριασμών της βρετανικής εταιρίας. Η εν λόγω διάταξη απαιτεί τη χορήγηση άδειας από Treasury μόνο στην περίπτωση που η εταιρία αυτή επιθυμεί να μεταφέρει την κεντρική της διοίκηση και το κέντρο ελέγχου της εκτός Ηνωμένου Βασιλείου διατηρώντας ταυτόχρονα τη νομική της προσωπικότητα και την ιδιότητά της ως εταιρίας βρετανικού δικαίου.
19 Πρέπει να υπομνηστεί σχετικά ότι, αντίθετα από τα φυσικά πρόσωπα, οι εταιρίες αποτελούν οντότητες που προβλέπονται από μια έννομη τάξη και, κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, από μια εθνική έννομη τάξη. Η ύπαρξή τους στηρίζεται μόνο στις διάφορες εθνικές νομοθεσίες που ρυθμίζουν τη σύσταση και τη λειτουργία τους.
20 'Οπως υπογράμμισε η Επιτροπή, οι νομοθεσίες των κρατών μελών ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό, όσον αφορά τόσο το σύνδεσμο με το εθνικό έδαφος που απαιτείται για τη σύσταση μιας εταιρίας όσο και τη δυνατότητα της εταιρίας που συστάθηκε σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους να μεταβάλει εκ των υστέρων αυτό το συνδετικό στοιχείο.Ορισμένες νομοθεσίες απαιτούν να βρίσκονται στο έδαφός τους όχι μόνο η καταστατική αλλά και η πραγματική έδρα, δηλαδή η κεντρική διοίκηση της εταιρίας, και επομένως η μετακίνηση της κεντρικής διοικήσεως εκτός του εδάφους αυτού προϋποθέτει λύση της εταιρίας, με όλες τις συνέπειες που έχει η λύση αυτή από την άποψη του δικαίου των εταιριών και του φορολογικού δικαίου. 'Αλλες νομοθεσίες αναγνωρίζουν στις εταιρίες το δικαίωμα να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση στο εξωτερικό, ορισμένες όμως, όπως του Ηνωμένου Βασιλείου, επιβάλλουν στο δικαίωμα αυτό ορισμένους περιορισμούς και οι έννομες συνέπειες της μεταφοράς, ιδίως στο φορολογικό τομέα, ποικίλλουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.
21 Η Συνθήκη έλαβε υπόψη της τις διαφορές αυτές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών. Ορίζοντας στο άρθρο 58 τις εταιρίες που μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα εγκαταστάσεως, η Συνθήκη έθεσε στην ίδια μοίρα, ως συνδετικό στοιχείο, την καταστατική έδρα, την κεντρική διοίκηση και την κύρια εγκατάσταση μιάς εταιρίας. Εξάλλου με το άρθρο 220 η Συνθήκη προέβλεψε τη σύναψη, εφόσον είναι αναγκαία, συμβάσεων μεταξύ των κρατών μελών για να εξασφαλιστεί, μεταξύ άλλων, η διατήρηση της νομικής προσωπικότητας σε περίπτωση μεταφοράς της έδρας από ένα κράτος σε άλλο. Μέχρι σήμερα όμως δεν έχει αρχίσει να ισχύει καμία τέτοια σύμβαση.
22 Πρέπει ακόμη να προστεθεί ότι καμία από τις οδηγίες συντονισμού των νομοθεσιών περί εταιριών, που εκδόθηκαν δυνάμει του άρθρου 54, παράγραφος 3, στοιχείο ζ), της Συνθήκης, δεν πραγματεύεται τις επίμαχες εν προκειμένω διαφορές των νομοθεσιών.
23 Επιβάλλεται επομένως η διαπίστωση ότι η Συνθήκη θεωρεί τις διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών που αφορούν το απαιτούμενο από τις εταιρίες συνδετικό στοιχείο καθώς και τη δυνατότητα και, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή, τον τρόπο μεταφοράς της έδρας - καταστατικής ή πραγματικής - μιας εταιρίας εθνικού δικαίου από ένα κράτος μέλος σε άλλο ως προβλήματα που δεν έχουν επιλυθεί από τις διατάξεις περί δικαιώματος εγκαταστάσεως, αλλά πρέπει να λυθούν στο μέλλον νομοθετικά ή συμβατικά.
24 Υπό τις συνθήκες αυτές, τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης δεν μπορούν να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι παρέχουν στις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το δίκαιο ενός κράτους μέλους το δικαίωμα να μεταφέρουν την κεντρική διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος διατηρώντας την ιδιότητά τους ως εταιριών του κράτους μέλους κατά τη νομοθεσία του οποίου έχουν συσταθεί.
25 Πρέπει λοιπόν στο πρώτο σκέλος του πρώτου ερωτήματος να δοθεί η απάντηση ότι, κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι δεν παρέχουν κανένα δικαίωμα στις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, στο οποίο και έχουν την καταστατική τους έδρα, να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
26 Λαμβανομένης υπόψη αυτής της απαντήσεως, δεν χρειάζεται να δοθεί απάντηση στο δεύτερο σκέλος του πρώτου ερωτήματος.
Επί του δευτέρου ερωτήματος
27 Το εθνικό δικαστήριο ερωτά με το δεύτερο ερώτημα αν οι διατάξεις της οδηγίας 73/148 του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1973, περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητος στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών, παρέχουν στις εταιρίες το δικαίωμα να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
28 Αρκεί σχετικά να υπογραμμιστεί ότι η προαναφερθείσα οδηγία αφορά, όπως προκύπτει τόσο από τον τίτλο της όσο και από τις διατάξεις της, τη διακίνηση και τη διαμονή των φυσικών μόνον προσώπων και ότι οι διατάξεις της οδηγίας, λόγω του περιεχομένου τους, δεν προσφέρονται για ανάλογη εφαρμογή στα νομικά πρόσωπα.
29 Πρέπει λοιπόν να δοθεί στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση ότι η οδηγία 73/148 πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν παρέχει στις εταιρίες το δικαίωμα να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
Επί του τρίτου και του τετάρτου ερωτήματος
30 Λαμβανομένων υπόψη των απαντήσεων που δόθηκαν στα δύο πρώτα ερωτήματα του εθνικού δικαστηρίου, δεν χρειάζεται να δοθεί απάντηση στο τρίτο και τέταρτο ερώτημα.
Επί των δικαστικών εξόδων
31 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης το χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.
Για τους λόγους αυτούς
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,
κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλε με Διάταξη της 6ης Φεβρουαρίου 1987 το High Court of Justice, Queen' s Bench Division, αποφαίνεται:
1) Κατά το παρόν στάδιο της εξελίξεως του κοινοτικού δικαίου, τα άρθρα 52 και 58 της Συνθήκης πρέπει να ερμηνεύονται υπό την έννοια ότι δεν παρέχουν κανένα δικαίωμα στις εταιρίες που έχουν συσταθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, στο οποίο και έχουν την καταστατική τους έδρα, να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.
2) Η οδηγία 73/148 του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1973, περί καταργήσεως των περιορισμών στη διακίνηση και στη διαμονή των υπηκόων των κρατών μελών στο εσωτερικό της Κοινότητος στον τομέα της εγκαταστάσεως και της παροχής υπηρεσιών, πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι δεν παρέχει στις εταιρίες το δικαίωμα να μεταφέρουν την κεντρική τους διοίκηση και το κέντρο ελέγχου τους σε άλλο κράτος μέλος.