Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

References to this case

Share

Highlight in text

Go

Avis juridique important

|

61999J0142

Απόϕαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 14ης Νοεμßρίου 2000. - Floridienne SA και Berginvest SA κατά Βελγικού Δημοσίου. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποϕάσεως: Tribunal de première instance de Tournai - Βέλγιο. - Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Έκπτωση του καταßληθέντος επί των εισροών ϕόρου - Επιχείρηση υποκείμενη για μέρος μόνον των πράξεών της - Αναλογική έκπτωση - Υπολογισμός - Εταιρία holding εισπράττουσα από τις θυγατρικές της μερίσματα μετοχών και τόκους δανείων - Ανάμιξη στη διαχείριση των θυγατρικών. - Υπόθεση C-142/99.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 2000 σελίδα I-09567


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


Φορολογικές διατάξεις - Εναρμόνιση των νομοθεσιών - Φόροι κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας - Έκπτωση του καταβληθέντος επί των εισροών φόρου - Επιχείρηση υποκείμενη στον φόρο για ορισμένες μόνον πράξεις - Έκπτωση κατ' αναλογία - Υπολογισμός - Είσπραξη μερισμάτων τα οποία διανέμουν οι θυγατρικές στη μητρική τους εταιρία holding που αναμειγνύεται στη διαχείρισή τους - Αποκλείεται - Είσπραξη τόκων δανείων - Αποκλείεται - ροϋπόθεση

(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 2 και 19)

Περίληψη


$$Δυνάμει του άρθρου 19 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών, μια επιχείρηση που δεν υπόκειται στον φόρο προστιθεμένης αξίας για το σύνολο των πράξεών της μπορεί να εκπέσει από το ποσό του φόρου τον οποίον οφείλει το ποσό του φόρου τον οποίον εξόφλησε εντός των ορίων μιας αναλογίας που προκύπτει από κλάσμα, του οποίου ο παρονομαστής παριστάνει τον συνολικό κύκλο εργασιών των πράξεων που δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση και των πράξεων που δεν δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση. Η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι στον παρονομαστή του εν λόγω κλάσματος δεν πρέπει να περιλαμβάνονται αφενός μεν τα μερίσματα τα οποία διανέμουν οι θυγατρικές στη μητρική τους εταιρία holding, που υπόκειται σε ΦΑ για άλλες δραστηριότητες και παρέχει στις εν λόγω θυγατρικές διαχειριστικές υπηρεσίες, εφόσον η είσπραξη μερισμάτων, που δεν αποτελεί την αντιπαροχή καμμιάς οικονομικής δραστηριότητας, δεν εμπίπτει στο πεδίο επιβολής του ΦΑ, αφετέρου δε οι τόκοι τους οποίους καταβάλλουν στην εταιρία holding οι θυγατρικές της λόγω των δανείων που τους έχει χορηγήσει αυτή, όταν οι πράξεις αυτές δανεισμού δεν συνιστούν, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, οικονομική δραστηριότητα της εν λόγω εταιρίας holding.

( βλ. σκέψεις 21, 32 και διατακτ. )

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-142/99,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal de première instance de Tournai (Βέλγιο) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 234 ΕΚ), με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Floridienne SA,

Berginvest SA

και

Βελγικού Δημοσίου,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 19 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Sevón (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, P. Jann και Μ. Wathelet, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Fennelly

γραμματέας: H. A. Rühl, κύριος υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

- η Floridienne SA και Berginvest SA, εκπροσωπούμενες από τους P. Malherbe, D. Waelbroeck και P.-P. Hendrickx, δικηγόρους Βρυξελλών,

- το Βελγικό Δημόσιο, εκπροσωπούμενο από την A. Snoecx, σύμβουλο στο Υπουργείο Εξωτερικών, Εξωτερικού Εμπορίου και Συνεργασίας για την Ανάπτυξη, επικουρούμενη από τον B. van de Walle de Ghelcke, δικηγόρο Βρυξελλών,

- η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπουμένη από τον E. Traversa, νομικό σύμβουλο, και την H. Michard, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των Floridienne SA και Berginvest SA, της Βελγικής Κυβερνήσεως και της Επιτροπής, κατά τη συνεδρίαση της 17ης Φεβρουαρίου 2000,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 4ης Απριλίου 2000,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 31ης Μαρτίου 1999, που περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Απριλίου 1999, το Tribunal de première instance de Tournai υπέβαλε, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ (νυν άρθρου 234 ΕΚ), προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 19 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49, στο εξής: έκτη οδηγία).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ Floridienne SA (στο εξής: Floridienne) και Berginvest SA (στο εξής: Berginvest) αφενός και Βελγικού Δημοσίου αφετέρου, σχετικά με τη μεταχείριση, από άποψη φόρου προστιθεμένης αξίας (στο εξής: ΦΑ), των μερισμάτων και των τόκων τους οποίους αυτές εισπράττουν από δάνεια, υπό την ιδιότητά τους ως εταιριών holding, από τις θυγατρικές του ομίλου.

Η κοινοτική ρύθμιση

3 Το άρθρο 2, αριθ. 1, υποβάλλει σε ΦΑ τις παραδόσεις αγαθών και τις παροχές υπηρεσιών, τις οποίες πραγματοποιεί στο εσωτερικό της χώρας ο υποκειμένος στον φόρο, που ενεργεί υπό την ιδιότητά του αυτήν· κατά συνέπεια, θέτει εκτός πεδίου επιβολής του εν λόγω φόρου τις δραστηριότητες που δεν έχουν οικονομικό χαρακτήρα. Δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας, ως «υποκείμενος στον φόρο» θεωρείται οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο, μία από τις οικονομικές δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου. Η έννοια των «οικονομικών δραστηριοτήτων» ορίζεται, στο άρθρο 4, παράγραφος 2, ως περικλείουσα όλες τις δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, στις οποίες περιλαμβάνεται και η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, προς τον σκοπό αντλήσεως εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.

4 Το άρθρο 17 της έκτης οδηγίας, που επιγράφεται «Γένεση και έκταση του δικαιώματος προς έκπτωση», ορίζει, στην παράγραφο 2, ότι ο υποκείμενος στον φόρο έχει δικαίωμα εκπτώσεως μόνον «κατά το μέτρο που τα αγαθά ή οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για την πραγματοποίηση των φορολογουμένων πράξεών του (...)». Όσον αφορά τα αγαθά και τις υπηρεσίες που χρησιμοποιεί ο υποκείμενος στον φόρο για την ταυτόχρονη πραγματοποίηση τόσο πράξεων που παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση, όσο και πράξεων που δεν παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση, η έκπτωση γίνεται, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου, μόνο για το μέρος του ΦΑ που αναλογεί στις φορολογούμενες πράξεις.

5 Η αναλογία αυτή καθορίζεται, για το σύνολο των πράξεων τις οποίες πραγματοποιεί ο υποκείμενος στον φόρο, σύμφωνα με το άρθρο 19 της έκτης οδηγίας, το οποίο προβλέπει, στις παραγράφους 1 και 2, τα εξής:

«1. Η αναλογία εκπτώσεως που προβλέπεται από το άρθρο 17, παράγραφος 5, εδάφιο πρώτο, προκύπτει από το κλάσμα που περιλαμβάνει:

- στον αριθμητή το συνολικό ποσό του ετησίου κύκλου εργασιών, άνευ φόρου προστιθεμένης αξίας, που αναφέρεται στις πράξεις, οι οποίες δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3,

- στον παρονομαστή το συνολικό ποσό του ετησίου κύκλου εργασιών, άνευ φόρου προστιθεμένης αξίας, που αναφέρεται στις πράξεις που περιλαμβάνονται στον αριθμητή, καθώς και στις πράξεις που δεν δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση. Τα κράτη μέλη έχουν την ευχέρεια να συνυπολογίζουν στον παρονομαστή το ποσό των επιδοτήσεων, πλην των προβλεπομένων από το άρθρο 11, υπό Α, παράγραφος 1, περίπτωση α_.

Η αναλογία καθορίζεται έπι ετησίας βάσεως, εκφράζεται σε ποσοστό επί τοις εκατό και στρογγυλοποιείται σε αριθμό που δεν υπερβαίνει την ανώτερη μονάδα.

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως, το ποσό του κύκλου εργασιών που αναφέρεται στις παραδόσεις αγαθών επενδύσεως, χρησιμοποιουμένων από τον υποκείμενο στον φόρο στην επιχείρησή του. Δεν υπολογίζεται, επίσης, το ποσό του κύκλου εργασιών, το οποίο αναφέρεται σε παρεπόμενες πράξεις επί ακινήτων ή χρηματοδοτικές, ή στις πράξεις που προβλέπονται από το άρθρο 13, υπό Β, περίπτωση δ_, όταν πρόκειται για παρεπόμενες πράξεις. Όταν τα κράτη μέλη κάνουν χρήση της προβλεπομένης από το άρθρο 20, παράγραφος 5, δυνατότητος να μην απαιτούν διακανονισμό για τα αγαθά επενδύσεως, δύνανται να περιλαμβάνουν το προϊόν της μεταβιβάσεως των αγαθών αυτών στον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως.»

ραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

6 Στην απόφαση παραπομπής εκτίθεται ότι η Floridienne, εταιρία holding, επικεφαλής ομίλου εταιριών που δρουν στον τομέα της χημείας, των πλαστικών και των γεωργικών προϊόντων διατροφής, και η Berginvest, ενδιάμεση εταιρία holding, παρεμβαλλόμενη υπεράνω του υπο-ομίλου των πλαστικών, υποστηρίζουν ότι αναμειγνύονται άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση των θυγατρικών τους, παρέχοντάς τους ιδίως διοικητικές, λογιστικές και μηχανογραφικές υπηρεσίες και χορηγώντας τους χρηματοδότηση υπό μορφή δανείων. εραιτέρω, η Floridienne και η Berginvest εισπράττουν από τις θυγατρικές τους μερίσματα προκύπτοντα από τα μερίδια συμμετοχής τους και τόκους προκύπτοντες από τα εν λόγω δάνεια.

7 Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών προς τις θυγατρικές τους, η Floridienne και η Berginvest προβαίνουν σε πράξεις υποκείμενες σε ΦΑ, οι οποίες παρέχουν δικαίωμα εκπτώσεως των φόρων που έχουν επιβαρύνει τα αγαθά και τις υπηρεσίες τις οποίες προμηθεύονται οι δύο αυτές εταιρίες. Η βελγική φορολογική αρχή αμφισβήτησε την πρακτική τους που συνίστατο στην εξ ολοκλήρου έκπτωση του ΦΑ που είχε καταβληθεί επί των εισροών, ιδίως διότι μέρος των παραλαμβανομένων αγαθών και υπηρεσιών αφιερωνόταν στην είσπραξη μερισμάτων και τόκων, δραστηριότητα την οποία η διοίκηση θεωρεί ως απαλλασσόμενη του ΦΑ. Εκτιμώντας πάντως ότι οι τόκοι από τα δάνεια τα οποία χορηγούσαν οι εν λόγω εταιρίες στις θυγατρικές τους αντιστοιχούσαν σε ειδική επαγγελματική δραστηριότητα χρηματοδοτικού χαρακτήρα, η φορολογική αρχή τούς περιέλαβε στον παρονομαστή του κλάσματος της γενικής αναλογίας εκπτώσεως. Όσον αφορά, αντιθέτως, τα μερίσματα, μεταξύ των χρηματοδοτικών εισοδημάτων που εισέρχονται στον παρονομαστή του κλάσματος αυτού, περιέλαβε μόνον όσα προέρχονταν από θυγατρικές που είχαν όντως λάβει διαχειριστική συνδρομή.

8 Υπ' αυτές τις συνθήκες, η φορολογική αρχή εξέδωσε εντάλματα πληρωμής προς είσπραξη του ΦΑ τον οποίον όφειλαν, κατ' αυτήν, οι δύο εταιρίες για πράξεις στις οποίες είχαν προβεί κατά τα έτη 1990 έως 1994. Τα εντάλματα αυτά αφορούσαν κυρία απαίτηση ύψους 13 812 839 BEF για τη Floridienne και 17 598 876 BEF για τη Berginvest. Οι εταιρίες αυτές άσκησαν ανακοπή κατά των εν λόγω ενταλμάτων πληρωμής, ζητώντας την ακύρωσή τους και την αποκατάσταση των ζημιών που ισχυρίστηκαν ότι τους προξένησε το Βελγικό Δημόσιο.

9 Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η Floridienne και η Berginvest υποστηρίζουν ιδίως ότι η εφαρμογή του μηχανισμού εκπτώσεως πρέπει να περιορίζεται στις πράξεις που εμπίπτουν στην οικονομική δραστηριότητα του υποκειμένου στον φόρο και ότι το γεγονός και μόνον της κατοχής εταιρικών μεριδίων δεν συνιστά φορολογητέα δραστηριότητα. Άλλωστε, κανένα σημαντικό μέσο δεν αφιερώνουν για την απόκτηση των εισοδημάτων από μερίσματα και τόκους από τις θυγατρικές τους. Επομένως, η είσπραξη των μερισμάτων που προκύπτουν από τα μερίδια αυτά δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΦΑ.

10 Διαπιστώνοντας ότι οι δύο εταιρίες υπόκεινται μερικώς στον φόρο, διότι εκτελούν ταυτόχρονα πράξεις παρέχουσες δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΑ και πράξεις «εκτός πεδίου», το Tribunal de première instance de Tournai αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο ερώτημα:

«ρέπει τα μερίσματα μετοχών και οι τόκοι δανείων να μη συμπεριλαμβάνονται ποτέ στον παρονομαστή του κλάσματος που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως, ακόμη και εάν η εισπράττουσα τα μερίσματα ή τόκους αυτούς εταιρία έχει αναμιχθεί στη διαχείριση των επιχειρήσεων που διανέμουν τα μερίσματα ή πληρώνουν τους τόκους, και πέραν του πλαισίου της ασκήσεως των δικαιωμάτων τα οποία κατέχει υπό την ιδιότητά της ως μετόχου ή εταίρου;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

11 Με το προδικαστικό του ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ' ουσίαν, αν το άρθρο 19 της έκτης οδηγίας έχει την έννοια ότι στον παρονομαστή του κλάσματος που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως δεν πρέπει να περιλαμβάνονται αφενός μεν τα μερίσματα τα οποία διανέμουν οι θυγατρικές εταιρίας holding στην εταιρία holding αυτή, η οποία υπόκειται σε ΦΑ για άλλες δραστηριότητες και παρέχει στις θυγατρικές της υπηρεσίες διαχειρίσεως, αφετέρου δε οι τόκοι τους οποίους καταβάλλουν οι θυγατρικές στην εταιρία holding, λόγω δανείων που αυτή τους έχει χορηγήσει.

12 Για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, πρέπει να ερευνηθεί ειδικότερα αν τα εν λόγω εισοδήματα εκφεύγουν του πεδίου επιβολής του ΦΑ, διότι δεν προκύπτουν από πράξεις εμπίπτουσες σε οικονομική δραστηριότητα υποκείμενη σε ΦΑ.

13 Όσον αφορά, πρώτον, τα μερίσματα, η Floridienne και η Berginvest διατείνονται ότι αυτά δεν συνιστούν αντιπαροχή συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας του μετόχου, αλλά είναι απλή απόρροια της κυριότητας επί της περιουσίας και ότι, συνεπώς, δεν εμπίπτουν στο πεδίο επιβολής του ΦΑ, ούτε πρέπει να εισέρχονται στον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως, έστω και αν η εταιρία που εισπράττει τα μερίσματα έχει αναμιχθεί στη διαχείριση των θυγατρικών της.

14 Έστω και αν η εταιρία holding υπόκειται σε ΦΑ λόγω της διαχειριστικής αυτής δραστηριότητας, τα μερίσματα πάντως δεν εμπίπτουν σ' αυτήν, παρά μόνον αν αποτελούν αμοιβή της, πράγμα που θα προϋπέθετε άμεση συνάρτηση με την υποκείμενη σε ΦΑ δραστηριότητα. Τέτοια συνάρτηση, όμως, δυσχερώς μπορεί να νοηθεί, δεδομένου ότι η διανομή μερισμάτων είναι αποτέλεσμα μονομερούς αποφάσεως της θυγατρικής και ότι για όλες τις μετοχές δεδομένης κατηγορίας διανέμεται ίσο μέρισμα, είτε αυτές ανήκουν στην εταιρία holding είτε όχι. Σχετικά με τη διαφορά της κύριας δίκης, η Floridienne και η Berginvest διευκρινίζουν συναφώς ότι, ασχέτως προς τα μερίσματα που τους διανέμονται, εισπράττουν χωριστά αμοιβή για τις υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν στις θυγατρικές τους.

15 Η Βελγική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, αντιθέτως, υποστηρίζουν ότι η ανάμιξη μιας εταιρίας holding στη διαχείριση των θυγατρικών της πρέπει να θεωρείται ως οικονομική δραστηριότητα, συνιστάμενη στην εκμετάλλευση μιας περιουσίας με σκοπό την άντληση εσόδων υπό μορφή μερισμάτων. Κατά τούτο τα μερίσματα συνιστούν πράγματι την αντιπαροχή της οικονομικής αυτής δραστηριότητας. Επομένως, τα μερίσματα αυτά πρέπει μεν να περιλαμβάνονται στο κλάσμα που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως, αλλά μόνον στον παρονομαστή του, διότι η δραστηριότητα αυτή δεν παρέχει δικαίωμα εκπτώσεως.

16 Η Βελγική Κυβέρνηση προσθέτει ότι αντίθετη ερμηνεία του άρθρου 19 της έκτης οδηγίας θα έπληττε την αρχή της ουδετερότητας του ΦΑ, διότι θα παρείχε δικαίωμα ολοκληρωτικής εκπτώσεως του ΦΑ που έχει καταβληθεί για τα χρησιμοποιηθέντα από την εταιρία holding αγαθά και υπηρεσίες, ενώ τα αγαθά και οι υπηρεσίες αυτές χρησιμοποιήθηκαν τόσο για πράξεις παρέχουσες όσο και για πράξεις μη παρέχουσες το δικαίωμα αυτό.

17 Συναφώς, υπενθυμίζεται η πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, κατά την οποία δεν έχει την ιδιότητα του υποκειμένου σε ΦΑ ούτε δικαίωμα εκπτώσεως κατά το άρθρο 17 της έκτης οδηγίας μια εταιρία χαρτοφυλακίου, της οποίας το μοναδικό αντικείμενο είναι η συμμετοχή σε άλλες επιχειρήσεις, χωρίς η εταιρία αυτή να αναμειγνύεται έμμεσα ή άμεσα στη διαχείριση αυτών των επιχειρήσεων, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει η εν λόγω εταιρία χαρτοφυλακίου υπό την ιδιότητά της ως μετόχου ή εταίρου. Το συμπέρασμα αυτό στηρίζεται, ιδίως, στη διαπίστωση ότι η απλή κατοχή μεριδίων στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων δεν αποτελεί οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της έκτης οδηγίας (αποφάσεις της 20ής Ιουνίου 1991, C-60/90, Polysar Investments Netherlands, Συλλογή 1991, σ. Ι-3111, σκέψη 17, και της 22ης Ιουνίου 1993, C-333/91, Sofitam, Συλλογή 1993, σ. Ι-3513, σκέψη 12).

18 Το Δικαστήριο έχει κρίνει όμως ότι άλλως έχουν τα πράγματα όταν η κατοχή μεριδίων στο κεφάλαιο συνοδεύεται με άμεση ή έμμεση ανάμιξη στη διαχείριση των εταιριών στις οποίες συντελείται, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων που έχει ο κάτοχος των μεριδίων υπό την ιδιότητά του ως μετόχου ή εταίρου (προαναφερθείσα απόφαση Polysar Investments Netherlands, σκέψη 14).

19 Επομένως, μια τέτοια ανάμιξη στη διαχείριση των θυγατρικών πρέπει να θεωρείται ως οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, κατά το μέτρο που συνεπάγεται τη διενέργεια πράξεων που, δυνάμει του άρθρου 2 της οδηγίας, υπόκεινται σε ΦΑ, όπως η παροχή διοικητικών, λογιστικών και μηχανογραφικών υπηρεσιών από τη Floridienne και τη Berginvest στις θυγατρικές τους.

20 Για να εμπίπτει, όμως, στο πεδίο επιβολής του ΦΑ η είσπραξη μερισμάτων τις οποίες διανέμουν οι θυγατρικές εταιρίας holding στην εταιρία holding αυτή, η οποία αναμειγνύεται κατ' αυτόν τον τρόπο στη διαχείρισή τους, πρέπει ακόμη τα μερίσματα αυτά να μπορούν να θεωρηθούν ως αντιπαροχή της εν λόγω οικονομικής δραστηριότητας, πράγμα που προϋποθέτει η ασκούμενη δραστηριότητα να τελεί σε άμεση συνάρτηση με τη λαμβανόμενη αντιπαροχή (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 5ης Φεβρουαρίου 1981, 154/80, Coöperatieve Aardappelenbewaarplaats, Συλλογή 1981, σ. 445, σκέψη 12, και της 24ης Οκτωβρίου 1996, C-288/94, Argos Distributors, Συλλογή 1996, σ. Ι-5311, σκέψη 16).

21 Συναφώς, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι η είσπραξη μερισμάτων, δεδομένου ότι δεν αποτελεί την αντιπαροχή καμμιάς οικονομικής δραστηριότητας, δεν εμπίπτει στο πεδίο επιβολής του ΦΑ και ότι, κατά συνέπεια, τα μερίσματα που απορρέουν από την κατοχή μεριδίων συμμετοχής είναι άσχετα προς το σύστημα των δικαιωμάτων εκπτώσεως (προαναφερθείσα απόφαση Sofitam, σκέψη 13).

22 Ο αποκλεισμός αυτός από το πεδίο επιβολής του ΦΑ εξηγείται ιδίως από ορισμένα χαρακτηριστικά των μερισμάτων. Κατ' αρχάς, γίνεται παγίως δεκτό ότι η διανομή μερισμάτων προϋποθέτει κανονικά ότι υφίστανται κέρδη προς διανομή και εξαρτάται, επομένως, από τα αποτελέσματα της εταιρικής χρήσεως. Ακολούθως, η μερισματική απόδοση προσδιορίζεται αναλόγως της μορφής των μεριδίων, ιδίως των σειρών μετοχών, και όχι από την ταυτότητα του κατόχου του ενός ή του άλλου μεριδίου. Επισημαίνεται, τέλος, ότι τα μερίσματα αντιπροσωπεύουν, ως εκ της φύσεώς τους, καρπό της συμμετοχής στο κεφάλαιο εταιρίας και είναι απλή απόρροια της κυριότητας επί της περιουσίας της (προαναφερθείσα απόφαση Polysar Investments Netherlands, σκέψη 13).

23 ράγματι, επειδή ακριβώς το ποσό του μερίσματος εξαρτάται, όπως προεκτέθηκε, εν μέρει από αστάθμητους παράγοντες, το δε δικαίωμα προς είσπραξη μερίσματος αποτελεί απλή συνάρτηση της κατοχής συμμετοχών, δεν υφίσταται μεταξύ μερίσματος και υπηρεσιών, έστω και αν αυτές τις παρέχει ο μέτοχος ο οποίος το εισπράττει, η αναγκαία άμεση συνάρτηση για να συνιστά το μέρισμα αντιπαροχή των εν λόγω υπηρεσιών.

24 Όσον αφορά, δεύτερον, τους τόκους τους οποίους εισπράττει μια εταιρία holding από δάνεια τα οποία έχει χορηγήσει στις θυγατρικές της, η Floridienne και η Berginvest διατείνονται ότι η διάθεση του ενός τρίτου του κεφαλαίου δεν εμπίπτει σε οικονομική δραστηριότητα συνιστάμενη σε εκμετάλλευση περιουσίας, εκτός αν βαίνει πέραν της απλής διαχειρίσεως περιουσίας, ώστε να συνδέεται προς άλλη φορολογητέα δραστηριότητα, της οποίας αποτελεί την άμεση, διαρκή και αναγκαία προέκταση. Αυτό όμως δεν συμβαίνει στην περίπτωση των εριζομένων στην κύρια δίκη πράξεων. Οι δύο εταιρίες απλώς επανεπένδυσαν τα μερίσματα τα οποία είχαν αντλήσει από τις θυγατρικές υπό μορφή δανείων προς ορισμένες εξ αυτών, χωρίς καμμία συνάρτηση προς τις διαχειριστικές υπηρεσίες που τους παρείχαν. Οι τόκοι εκ των δανείων συνιστούν, αντιθέτως, καρπό της κυριότητας των απαιτήσεων έναντι των θυγατρικών, και μάλιστα καρπό πιστωτικών πράξεων παρεπομένων της κύριας δραστηριότητας, που είναι η της κατοχής μεριδίων, η οποία, αυτή καθαυτή, εκφεύγει του πεδίου επιβολής του ΦΑ.

25 Η Βελγική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, αντιθέτως, διατείνονται ότι τα χρηματοοικονομικά εισοδήματα που προκύπτουν από δάνεια χορηγηθέντα στις θυγατρικές αποτελούν άμεση, διαρκή και αναγκαία προέκταση της φορολογητέας δραστηριότητας που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών, διαχειριστικών ιδίως, προς τις θυγατρικές και ότι τα χρηματοοικονομικά αυτά εισοδήματα πρέπει, ως εκ τούτου, να περιληφθούν στον παρονομαστή του κλάσματος που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως.

26 Συναφώς, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει - προκειμένου περί τόκων εισπραττομένων από επιχείρηση διαχειρίσεως ακινήτων ως αμοιβή για τοποθετήσεις, πραγματοποιούμενες για ίδιο λογαριασμό, ποσών που της καταβάλλουν οι συνιδιοκτήτες ή οι μισθωτές - ότι οι τόκοι αυτοί δεν μπορούν να αποκλεισθούν από το πεδίο επιβολής του ΦΑ, εφόσον η καταβολή τους δεν προκύπτει από την απλή κυριότητα του αγαθού, αλλά συνιστά αντιπαροχή της διαθέσεως κεφαλαίου σε τρίτον (απόφαση της 11ης Ιουλίου 1996, C-306/94, Régie dauphinoise, Συλλογή 1996, σ. Ι-3695, σκέψη 17).

27 Δεδομένου ότι το άρθρο 2, αριθ. 1, της έκτης οδηγίας ασφαλώς θέτει εκτός πεδίου επιβολής του ΦΑ τις πράξεις στις οποίες ο υποκείμενος στον φόρο δεν ενεργεί υπ' αυτή την ιδιότητα, η υπαγωγή σε ΦΑ πράξεων δανεισμού, όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, προϋποθέτει ότι αυτές αποτελούν είτε οικονομική δραστηριότητα του επιχειρηματία, την οποία αφορά το άρθρο 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, είτε άμεση, διαρκή και αναγκαία προέκταση της φορολογητέας δραστηριότητας, χωρίς όμως να είναι παρεπόμενες αυτής κατά την έννοια του άρθρου 19, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας (βλ., υπό την έννοια αυτή, προαναφερθείσα απόφαση Régie dauphinoise, σκέψη 18).

28 Για να μπορεί η δραστηριότητα μιας εταιρίας holding, που συνίσταται στο ότι διαθέτει κεφάλαιο στις θυγατρικές της, να θεωρηθεί ως αυτοτελής οικονομική δραστηριότητα, συνιστάμενη στην εκμετάλλευση του κεφαλαίου αυτού με σκοπό την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα υπό μορφή τόκων, είναι αναγκαίο η δραστηριότητα αυτή να μην ασκείται ευκαιριακά και μόνον, ούτε να περιορίζεται στη διαχείριση των επενδύσεων όπως θα το έπραττε ένας ιδιώτης επενδυτής (βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 20ής Ιουνίου 1996, C-155/94, Wellcome Trust, Συλλογή 1996, σ. Ι-3013, σκέψη 36, και της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, C-230/94, Enkler, Συλλογή 1996, σ. Ι-4517, σκέψη 20), αλλά να αναπτύσσεται στο πλαίσιο επιχειρηματικού ή εμπορικού σκοπού, ο οποίος χαρακτηρίζεται ιδίως από το μέλημα της κερδοφορίας των επενδυθέντων κεφαλαίων.

29 Άλλωστε, η χορήγηση δανείων σε θυγατρικές, στις οποίες η εταιρία holding παρέχει διοικητικές, λογιστικές, μηχανογραφικές και διαχειριστικές εν γένει υπηρεσίες, δεν υπόκειται σε ΦΑ για τον λόγον ότι πρόκειται για άμεση, διαρκή και αναγκαία προέκταση της εν λόγω παροχής υπηρεσιών κατά την έννοια της προαναφερθείσας αποφάσεως Régie dauphinoise. ράγματι, τέτοια δάνεια δεν τελούν ούτε σε αναγκαστική ούτε σε άμεση συνάρτηση προς τις παρεχόμενες αυτές υπηρεσίες.

30 εραιτέρω, επισημαίνεται ότι η απλή επανεπένδυση, εκ μέρους εταιρίας holding, των μερισμάτων τα οποία εισπράττει από τις θυγατρικές της - και τα οποία αποκλείονται του πεδίου επιβολής του ΦΑ- υπό μορφή δανείων προς τις θυγατρικές αυτές σε καμμία περίπτωση δεν συνιστά φορολογητέα δραστηριότητα. Αντιθέτως, οι τόκοι εκ των δανείων αυτών πρέπει να θεωρούνται ως απλός καρπός της κυριότητας επί της περιουσίας και, συνεπώς, εκφεύγουν του συστήματος της εκπτώσεως.

31 Στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να ερευνήσει αν, στη διαφορά της κύριας δίκης, οι επίδικες πράξεις δανεισμού πληρούν, σύμφωνα με τα κριτήρια που εκτίθενται στις σκέψεις 27 έως 31 της παρούσας αποφάσεως, τις προϋποθέσεις υπαγωγής τους σε ΦΑ.

32 Εν όψει των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 19 της έκτης οδηγίας έχει την έννοια ότι στον παρονομαστή του κλάσματος που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως δεν πρέπει να περιλαμβάνονται:

- αφενός μεν τα μερίσματα τα οποία διανέμουν οι θυγατρικές στη μητρική τους εταιρία holding, που υπόκειται σε ΦΑ για άλλες δραστηριότητες και παρέχει στις εν λόγω θυγατρικές διαχειριστικές υπηρεσίες,

- αφετέρου δε οι τόκοι τους οποίους καταβάλλουν στην εταιρία holding οι θυγατρικές της λόγω των δανείων που τους έχει χορηγήσει αυτή, όταν οι πράξεις αυτές δανεισμού δεν συνιστούν, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, οικονομική δραστηριότητα της εν λόγω εταιρίας holding.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

33 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Βελγική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με απόφαση της 31ης Μαρτίου 1999 το Tribunal de première instance de Tournai, αποφαίνεται:

Το άρθρο 19 της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μα_ου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών - Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, έχει την έννοια ότι στον παρονομαστή του κλάσματος που χρησιμεύει για τον υπολογισμό της αναλογίας εκπτώσεως δεν πρέπει να περιλαμβάνονται:

- αφενός μεν τα μερίσματα τα οποία διανέμουν οι θυγατρικές στη μητρική τους εταιρία holding, που υπόκειται σε ΦΑ για άλλες δραστηριότητες και παρέχει στις εν λόγω θυγατρικές διαχειριστικές υπηρεσίες,

- αφετέρου δε οι τόκοι τους οποίους καταβάλλουν στην εταιρία holding οι θυγατρικές της λόγω των δανείων που τους έχει χορηγήσει αυτή, όταν οι πράξεις αυτές δανεισμού δεν συνιστούν, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 2, της έκτης οδηγίας, οικονομική δραστηριότητα της εν λόγω εταιρίας holding.