Available languages

Taxonomy tags

Info

References in this case

Share

Highlight in text

Go

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 11ης Ιουλίου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ – Άρθρο 9, παράγραφος 1 – Άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ – Φορολογητέα παράδοση αγαθών – Μεταβίβαση, έναντι καταβολής αποζημίωσης, της κυριότητας γεωργικής εκτάσεως δυνάμει αποφάσεως δημόσιας αρχής – Απαλλοτρίωση»

Στην υπόθεση C-182/23 [Makowit] (i),

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο, Πολωνία) με απόφαση της 18ης Ιανουαρίου 2023, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Μαρτίου 2023, στο πλαίσιο της δίκης

Dyrektor Krajowej Informacji Skarbowej

κατά

J.S.,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους N. Piçarra, πρόεδρο τμήματος, N. Jääskinen (εισηγητή) και M. Gavalec, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        ο Dyrektor Krajowej Informacji Skarbowej, εκπροσωπούμενος από τους B. Kołodziej και T. Wojciechowski,

–        η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Herold και τη M. Owsiany-Hornung,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 1, και του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (ΕΕ 2006, L 347, σ. 1, στο εξής: οδηγία περί ΦΠΑ).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του J.S. και του Dyrektor Krajowej Informacji Skarbowej (διευθυντή της εθνικής υπηρεσίας φορολογικών πληροφοριών, Πολωνία) (στο εξής: φορολογική αρχή), σχετικά με αίτημα ακυρώσεως φορολογικής ερμηνευτικής αποφάσεως της 31ης Οκτωβρίου 2017 (στο εξής: φορολογική ερμηνευτική απόφαση).

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

3        Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, στον ΦΠΑ υπόκεινται οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή.

4        Το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«Νοείται ως “υποκείμενος στον φόρο” οποιοσδήποτε ασκεί, κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιονδήποτε τόπο, οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό και τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.

Ως “οικονομική δραστηριότητα” θεωρείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξόρυξης, των αγροτικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελμάτων. Ως οικονομική δραστηριότητα θεωρείται, επίσης, η εκμετάλλευση ενσώματου ή άυλου αγαθού, με σκοπό ιδίως την άντληση εσόδων διαρκούς χαρακτήρα.»

5        Το άρθρο 14 της οδηγίας περί ΦΠΑ προβλέπει τα εξής:

«1.      Ως “παράδοση αγαθών” θεωρείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, ενσώματο αγαθό.

2.      Εκτός από την πράξη της παραγράφου 1, ως παράδοση αγαθών νοούνται οι κατωτέρω πράξεις:

α)      η μεταβίβαση, με καταβολή αποζημίωσης, της κυριότητας αγαθού, κατόπιν επιταγής της δημόσιας αρχής ή στο όνομά της ή σε εκτέλεση νόμου,

[...]».

6        Το άρθρο 167 της οδηγίας αυτής έχει ως εξής:

«Το δικαίωμα έκπτωσης γεννάται κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο προς έκπτωση φόρος γίνεται απαιτητός.»

 Το πολωνικό δίκαιο

7        Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του ustawa o podatku od towarów i usług (νόμου περί του φόρου επί αγαθών και υπηρεσιών), της 11ης Μαρτίου 2004 (Dz. U. 2022, θέση 931), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο για τη διαφορά της κύριας δίκης χρόνο (στο εξής: νόμος περί ΦΠΑ), προβλέπει τα εξής:

«Ως παράδοση αγαθών κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, σημείο 1, νοείται η μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, αγαθά, συμπεριλαμβανομένων:

1)      της μεταβίβασης, με καταβολή αποζημίωσης, της κυριότητας αγαθών, κατ’ επιταγήν της δημόσιας αρχής ή φορέα που ενεργεί στο όνομά της ή σε εκτέλεση νόμου·

[...]».

8        Κατά το άρθρο 15, παράγραφοι 1 έως 2, του νόμου αυτού:

«1.      Ως υποκείμενοι στον φόρο νοούνται τα νομικά πρόσωπα, οι οργανωτικές μονάδες χωρίς νομική προσωπικότητα και τα φυσικά πρόσωπα τα οποία ασκούν, κατά τρόπο ανεξάρτητο, οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 2, ανεξάρτητα από τον επιδιωκόμενο σκοπό ή τα αποτελέσματα της δραστηριότητας αυτής.

2.      Ως οικονομική δραστηριότητα νοείται κάθε δραστηριότητα του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων, των αγροτικών δραστηριοτήτων καθώς και των δραστηριοτήτων των ελευθέρων επαγγελμάτων. Στην οικονομική δραστηριότητα εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, οι πράξεις διαρκούς εκμετάλλευσης ενσώματου ή άυλου αγαθού για κερδοσκοπικό σκοπό.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

9        Ο J.S. διατηρεί γεωργική εκμετάλλευση στην οποία από το έτος 2001 εκτρέφει αγελάδες γαλακτοπαραγωγής και παράγει γάλα. Είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ως υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) από τον Ιανουάριο του 2013. Το 2003 και στη συνέχεια το 2015 αγόρασε γεωτεμάχια με σκοπό την επέκταση της εν λόγω γεωργικής εκμετάλλευσης. Για την αγορά αυτή δεν επιβλήθηκε ΦΠΑ ούτε υπήρξε έκπτωση του ΦΠΑ.

10      Με απόφαση του wojewoda (περιφερειάρχη), δημόσιας αρχής, της 6ης Μαρτίου 2017, η κυριότητα μέρους των γεωτεμαχίων στα οποία βρίσκεται η εκμετάλλευση του J.S. μεταβιβάστηκε στο Skarb Państwa (Δημόσιο Ταμείο, Πολωνία) με σκοπό την πραγματοποίηση επενδύσεων στο οδικό δίκτυο. Παράλληλα, ο περιφερειάρχης κίνησε διαδικασία για τον καθορισμό της οφειλόμενης στον J.S. αποζημίωσης για τη μεταβίβαση της κυριότητας των γεωτεμαχίων που απέκτησε το Δημόσιο Ταμείο.

11      Στο πλαίσιο αυτό, ο J.S. υπέβαλε στη φορολογική αρχή αίτηση για την έκδοση φορολογικής ερμηνευτικής απόφασης προκειμένου να καθοριστεί, αφενός, αν έπρεπε να θεωρηθεί ως υποκείμενος στον ΦΠΑ λόγω της πώλησης των γεωτεμαχίων που απέκτησε το Δημόσιο Ταμείο με σκοπό την πραγματοποίηση επενδύσεων στο οδικό δίκτυο και, αφετέρου, αν η σχετική αποζημίωση έπρεπε να υπόκειται στον ΦΠΑ. Κατά την άποψή του, στα ερωτήματα αυτά έπρεπε να δοθούν αρνητικές απαντήσεις.

12      Με τη φορολογική ερμηνευτική απόφαση, η φορολογική αρχή έκρινε ότι η μεταβίβαση, μέσω απαλλοτριώσεως, της κυριότητας γεωτεμαχίων στο Δημόσιο Ταμείο, με σκοπό την πραγματοποίηση επενδύσεων στο οδικό δίκτυο, έπρεπε να θεωρηθεί ως παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας εκ μέρους του J.S., ο οποίος ενεργεί ως πρόσωπο το οποίο ασκεί οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 2, του νόμου περί ΦΠΑ, ήτοι ως υποκείμενος στον ΦΠΑ.

13      Ο J.S. αμφισβήτησε την ορθότητα της ερμηνείας αυτής ενώπιον του Wojewódzki Sąd Administracyjny w Warszawie (διοικητικού πρωτοδικείου της περιφέρειας της Βαρσοβίας, Πολωνία), το οποίο ακύρωσε τη φορολογική ερμηνευτική απόφαση με απόφαση της 15ης Οκτωβρίου 2018. Στο σκεπτικό του, το δικαστήριο αυτό υπογράμμισε ότι ο J.S. δεν είχε λάβει κανένα μέτρο για την πώληση των επίμαχων γεωτεμαχίων και ότι η απαλλοτρίωσή τους είχε αποφασιστεί ανεξάρτητα από τη βούλησή του. Επομένως, κατά το εν λόγω δικαστήριο, η απαλλοτρίωση αυτή δεν είχε καμία σχέση με τη γεωργική δραστηριότητα του J.S. και, κατά συνέπεια, ο J.S. δεν είχε ενεργήσει ως υποκείμενος στον ΦΠΑ κατά τη μεταβίβαση των επίμαχων γεωτεμαχίων στο Δημόσιο Ταμείο.

14      Η φορολογική αρχή άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου, Πολωνία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι η μέσω απαλλοτριώσεως απόκτηση των επίμαχων γεωτεμαχίων συνδεόταν με την κατ’ επάγγελμα άσκηση, εκ μέρους του J.S., οικονομικής δραστηριότητας συνιστάμενης στην εκμετάλλευση των εν λόγω γεωτεμαχίων στο πλαίσιο της γεωργικής δραστηριότητάς του. Επομένως, η απόκτησή τους έπρεπε, κατά την άποψή της, να θεωρηθεί ως παράδοση αγαθών εξ επαχθούς αιτίας, η οποία έπρεπε να υπόκειται στον ΦΠΑ.

15      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι η επίλυση της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί εξαρτάται από το κατά πόσον η μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου μέσω απαλλοτριώσεως υπέρ του Δημοσίου Ταμείου, με σκοπό την κατασκευή δημοσίων οδών, πρέπει να θεωρηθεί ως παράδοση αγαθών από υποκείμενο στον φόρο ο οποίος ασκεί οικονομική δραστηριότητα, για τον λόγο ότι ο συγκεκριμένος υποκείμενος στον φόρο είχε χρησιμοποιήσει το εν λόγω ακίνητο στο πλαίσιο της γεωργικής οικονομικής δραστηριότητάς του.

16      Πρώτον, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι, εν προκειμένω, από την περιγραφή των πραγματικών περιστατικών από τα οποία ανέκυψε η διαφορά αυτή, όπως εκτέθηκε από τη φορολογική αρχή, δεν προκύπτει ότι τα επίμαχα γεωτεμάχια μεταβιβάστηκαν στο μέρος εκείνο της περιουσίας του J.S. που δεν προορίζεται για τη γεωργική εκμετάλλευση, δεδομένου ότι τα γεωτεμάχια αυτά αποτελούσαν ανέκαθεν στοιχείο του ενεργητικού της επιχείρησής του.

17      Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει ότι από την απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 2011, Słaby κ.λπ. (C-180/10 και C-181/10, EU:C:2011:589), προκύπτει ιδίως ότι, εάν ένας επιχειρηματίας λαμβάνει ενεργώς μέτρα για την εμπορική εκμετάλλευση ακινήτων ούτως ώστε να θεωρείται επαγγελματίας, τα πωλούμενα αγαθά πρέπει να υπόκεινται σε ΦΠΑ. Παρατηρεί ωστόσο ότι, εν προκειμένω, ο J.S. δεν έλαβε κανένα μέτρο για την πώληση των εν λόγω γεωτεμαχίων. Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά την πολωνική νομολογία, το γεγονός και μόνον ότι ένα πρόσωπο έχει την ιδιότητα του υποκειμένου στον ΦΠΑ δεν συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση για την υπαγωγή μιας πράξης στον ΦΠΑ, αλλά ότι, για τον σκοπό αυτόν, είναι αναγκαίο ο υποκείμενος στον ΦΠΑ να έχει ενεργήσει με την ιδιότητα αυτή στο πλαίσιο συγκεκριμένης πράξης η οποία εμπίπτει στην οικονομική δραστηριότητα του συγκεκριμένου επιχειρηματία. Παρατηρεί όμως ότι, εν προκειμένω, ο J.S. δεν δραστηριοποιούνταν στον τομέα της εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων, μεταξύ άλλων, για την πώληση των επίμαχων γεωτεμαχίων και δεν ασκούσε καμία άλλη οικονομική δραστηριότητα πέραν της γεωργικής δραστηριότητας για την οποία υπέκειτο στον ΦΠΑ.

18      Τρίτον, το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι κατά την αγορά των εν λόγω γεωτεμαχίων από τον J.S. δεν επιβλήθηκε ΦΠΑ και ότι, ως εκ τούτου, δεν υπήρξε έκπτωση του ΦΠΑ στην περίπτωση αυτή.

19      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Naczelny Sąd Administracyjny (Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 9, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της [οδηγίας περί ΦΠΑ] την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στο να θεωρηθεί ότι ένας γεωργός, υποκείμενος στον ΦΠΑ δυνάμει των γενικών κανόνων, ο οποίος μεταβιβάζει στο Δημόσιο Ταμείο την κυριότητα γεωτεμαχίου στο πλαίσιο απαλλοτρίωσης έναντι αποζημίωσης λόγω αλλαγής της χρήσης του για μη γεωργικούς σκοπούς, είναι υποκείμενος στον φόρο με υποχρέωση απόδοσης ΦΠΑ για την παράδοση αυτή, για τον λόγο και μόνον ότι το γεωτεμάχιο χρησιμοποιούνταν για γεωργικές δραστηριότητες υποκείμενες στον ΦΠΑ;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

20      Ευθύς εξαρχής, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου την οποία θεσπίζει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο Δικαστήριο απόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο μια χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να αναδιατυπώσει, εφόσον είναι αναγκαίο, τα προδικαστικά ερωτήματα που του έχουν υποβληθεί. Επιπλέον, το Δικαστήριο ενδέχεται να χρειασθεί να λάβει υπόψη του κανόνες του δικαίου της Ένωσης στους οποίους δεν αναφέρθηκε ο εθνικός δικαστής με το ερώτημά του (απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2023, Groenland Poultry, C-169/22, EU:C:2023:638, σκέψη 47 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

21      Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που επισήμανε το αιτούν δικαστήριο, η επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης εξαρτάται από το ζήτημα αν μια πράξη απαλλοτρίωσης γεωργικών εκτάσεων, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, έναντι καταβολής αποζημίωσης στον αρχικό τους κύριο πρέπει να υπόκειται σε ΦΠΑ.

22      Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ είναι η διάταξη που προβλέπει τις προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληροί μια παράδοση αγαθών προκειμένου να μπορεί να χαρακτηριστεί ως πράξη υποκείμενη στον ΦΠΑ.

23      Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο μνημονεύει επίσης, στο ερώτημά του, το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ, το οποίο ορίζει τις έννοιες του υποκειμένου στον φόρο και της οικονομικής δραστηριότητας. Ωστόσο, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι δεν αμφισβητείται το αν ο J.S. υπόκειται στον ΦΠΑ και αν ασκεί οικονομική δραστηριότητα.

24      Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, έχουν την έννοια ότι πράξη μεταβίβασης, μέσω απαλλοτριώσεως, της κυριότητας γεωργικών εκτάσεων έναντι καταβολής αποζημιώσεως στον κύριό τους πρέπει να υπόκειται στον ΦΠΑ, όταν ο εν λόγω κύριος είναι γεωργός υποκείμενος στον ΦΠΑ, έστω και αν δεν ασκεί καμία δραστηριότητα εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων και δεν έλαβε κανένα μέτρο για μια τέτοια μεταβίβαση.

25      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η οδηγία περί ΦΠΑ θεσπίζει κοινό σύστημα ΦΠΑ το οποίο στηρίζεται, μεταξύ άλλων, σε ενιαίο ορισμό των φορολογητέων πράξεων (απόφαση της 13ης Ιουνίου 2018, Gmina Wrocław, C-665/16, EU:C:2018:431, σκέψη 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

26      Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής, υπόκεινται στον ΦΠΑ οι παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται εξ επαχθούς αιτίας στο έδαφος κράτους μέλους από υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή. Πρέπει επομένως να εξεταστεί αν οι περιγραφόμενες στη σκέψη 24 της παρούσας αποφάσεως περιστάσεις αντιστοιχούν, αφενός, στην έννοια της «παράδοσης αγαθών εξ επαχθούς αιτίας» και, αφετέρου, στην έννοια του «υποκειμένου στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή».

27      Όσον αφορά, πρώτον, την έννοια της «παράδοσης αγαθών», το άρθρο 14, παράγραφος 1, της οδηγίας περί ΦΠΑ ορίζει την παράδοση αγαθών ως μεταβίβαση του δικαιώματος να διαθέτει κάποιος, ως κύριος, ενσώματο αγαθό. Το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής προβλέπει επίσης ότι, εκτός από την πράξη της παραγράφου 1 του εν λόγω άρθρου, ως παράδοση αγαθών νοείται και η μεταβίβαση, με καταβολή αποζημίωσης, της κυριότητας αγαθού, κατ’ επιταγήν της δημόσιας αρχής ή στο όνομά της ή σε εκτέλεση νόμου.

28      Η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού αποτελεί, σε σχέση με τον γενικό ορισμό της παραγράφου 1, lex specialis, ήτοι ειδική διάταξη της οποίας οι προϋποθέσεις εφαρμογής είναι αυτοτελείς σε σχέση με εκείνες της παραγράφου 1 [πρβλ. αποφάσεις της 13ης Ιουνίου 2018, Gmina Wrocław, C-665/16, EU:C:2018:431, σκέψη 36, και της 25ης Φεβρουαρίου 2021, Gmina Wrocław (Μετατροπή του δικαιώματος επικαρπίας), C-604/19, EU:C:2021:132, σκέψη 55].

29      Επομένως, για τον χαρακτηρισμό μιας πράξης ως «παράδοσης αγαθών», κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικώς τρεις προϋποθέσεις. Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπάρχει μεταβίβαση του δικαιώματος κυριότητας. Περαιτέρω, η εν λόγω μεταβίβαση πρέπει να πραγματοποιείται κατ’ επιταγήν της δημόσιας αρχής ή στο όνομά της ή σε εκτέλεση νόμου. Τέλος, πρέπει να καταβληθεί αποζημίωση [αποφάσεις της 13ης Ιουνίου 2018, Gmina Wrocław, C-665/16, EU:C:2018:431, σκέψη 37, και της 25ης Φεβρουαρίου 2021, Gmina Wrocław (Μετατροπή του δικαιώματος ειδικής μακροχρόνιας επικαρπίας), C-604/19, EU:C:2021:132, σκέψη 56].

30      Εν προκειμένω, όσον αφορά τις δύο πρώτες προαναφερθείσες προϋποθέσεις, από τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο προκύπτει ότι δεν αμφισβητείται ότι, αφενός, οι επίμαχες στην κύρια δίκη γεωργικές εκτάσεις περιήλθαν στην κυριότητα του Δημοσίου Ταμείου και ότι, αφετέρου, η εν λόγω μεταβίβαση κυριότητας είναι αποτέλεσμα εκδοθείσας στις 6 Μαρτίου 2017 μονομερούς αποφάσεως του περιφερειάρχη, ήτοι δημόσιας αρχής.

31      Όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση που θέτει το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, ήτοι την προϋπόθεση που αφορά την καταβολή αποζημίωσης, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, για να κριθεί αν πληρούται η προϋπόθεση αυτή, πρέπει απλώς και μόνο να διαπιστωθεί αν η επίμαχη αποζημίωση συνδέεται άμεσα με τη μεταβίβαση της κυριότητας και αν η καταβολή της είναι πραγματική [απόφαση της 25ης Φεβρουαρίου 2021, Gmina Wrocław (Μετατροπή του δικαιώματος ειδικής μακροχρόνιας επικαρπίας), C-604/19, EU:C:2021:132, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

32      Από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης αποζημίωση συνδέεται άμεσα με τη μεταβίβαση της κυριότητας των γεωργικών εκτάσεων στο Δημόσιο Ταμείο. Εφόσον καταβλήθηκε όντως αποζημίωση, όπερ εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, η επίμαχη πράξη συνιστά «παράδοση αγαθών» κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ.

33      Όσον αφορά την προϋπόθεση ότι η παράδοση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται «εξ επαχθούς αιτίας», κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, η είσπραξη και μόνον, από τον υποκείμενο στον φόρο, αποζημιώσεως κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής αρκεί για να πληρούται η προϋπόθεση της πράξεως εξ επαχθούς αιτίας για την εφαρμογή της τελευταίας αυτής διατάξεως (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουνίου 2018, Gmina Wrocław, C-665/16, EU:C:2018:431, σκέψη 44).

34      Δεύτερον, όσον αφορά την έννοια του «υποκειμένου στον φόρο που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή», κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, μολονότι ο J.S. είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ως υποκείμενος στον ΦΠΑ, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον ενήργησε με την ιδιότητα αυτή κατά τη μεταβίβαση της κυριότητας των επίμαχων γεωργικών εκτάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι ο J.S. δεν ασκεί καμία οικονομική δραστηριότητα στον τομέα της εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων ούτε έλαβε μέτρα για την πώληση των συγκεκριμένων γεωργικών εκτάσεων.

35      Συναφώς, επισημαίνεται ότι ο υποκείμενος στον φόρο, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας περί ΦΠΑ, ενεργεί, κατ’ αρχήν, με την ιδιότητα αυτή μόνον αν ενεργεί στο πλαίσιο της οικονομικής δραστηριότητάς του (απόφαση της 13ης Ιουνίου 2018, Polfarmex, C-421/17, EU:C:2018:432, σκέψη 37 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Το τελευταίο αυτό κριτήριο πληρούται όταν ο υποκείμενος στον φόρο μεταβιβάζει την κυριότητα ακινήτων που προορίζονται για την εν λόγω οικονομική δραστηριότητα υπό ευρεία έννοια (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουνίου 2018, Polfarmex, C-421/17, EU:C:2018:432, σκέψη 42).

36      Αντιθέτως, ο υποκείμενος στον φόρο που πραγματοποιεί μια πράξη ως ιδιώτης δεν ενεργεί με την ιδιότητα του υποκειμένου στον φόρο. Κατά συνέπεια, πράξη η οποία πραγματοποιείται από υποκείμενο στον φόρο για ιδιωτικούς σκοπούς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΦΠΑ (αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 1995, Armbrecht, C-291/92, EU:C:1995:304, σκέψεις 17 και 18, και της 8ης Μαρτίου 2001, Bakcsi, C-415/98, EU:C:2001:136, σκέψη 24).

37      Εν προκειμένω, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι, κατά τη φορολογική αρχή, οι επίμαχες γεωργικές εκτάσεις αποτελούσαν στοιχείο του ενεργητικού της επιχείρησης του J.S. κατά τον χρόνο μεταβίβασης της κυριότητάς τους στο Δημόσιο Ταμείο.

38      Επομένως, ο J.S., ο οποίος υπόκειται στον ΦΠΑ λόγω της γεωργικής δραστηριότητάς του, ενήργησε ως υποκείμενος στον φόρο μεταβιβάζοντας την κυριότητα γεωργικών εκτάσεων οι οποίες προορίζονταν για την οικονομική δραστηριότητά του, έστω και αν δεν ασκεί καμία δραστηριότητα εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων και δεν έλαβε κανένα μέτρο για τον σκοπό αυτόν.

39      Ως προς το τελευταίο αυτό σημείο, πρέπει να προστεθεί ότι η προϋπόθεση που αφορά την απαίτηση για ενεργό λήψη μέτρων εκ μέρους του υποκειμένου στον φόρο δεν θα συμβάδιζε ούτε με την πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, το οποίο, εξ ορισμού, αναφέρεται στη μεταβίβαση της κυριότητας αγαθού η οποία πραγματοποιείται κατ’ επιταγήν της δημόσιας αρχής ή στο όνομά της ή σε εκτέλεση νόμου [πρβλ. απόφαση της 25ης Φεβρουαρίου 2021, Gmina Wrocław (Μετατροπή του δικαιώματος επικαρπίας), C-604/19, EU:C:2018:132, σκέψη 75].

40      Σε περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο διαπιστώσει ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη πράξη πραγματοποιήθηκε από τον J.S. στο πλαίσιο της διαχείρισης του μέρους εκείνου της περιουσίας του το οποίο δεν προορίζεται για τη γεωργική εκμετάλλευση, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο J.S. δεν ενήργησε με την ιδιότητα του υποκειμένου στον φόρο και ότι η εν λόγω πράξη δεν υπόκειται στον ΦΠΑ.

41      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας περί ΦΠΑ, έχουν την έννοια ότι πράξη μεταβίβασης, μέσω απαλλοτριώσεως, της κυριότητας γεωργικών εκτάσεων έναντι καταβολής αποζημιώσεως στον κύριό τους υπόκειται στον ΦΠΑ όταν ο εν λόγω κύριος είναι γεωργός υποκείμενος στον ΦΠΑ και ενεργεί με την ιδιότητα αυτή, έστω και αν δεν ασκεί καμία δραστηριότητα εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων και δεν έλαβε κανένα μέτρο για μια τέτοια μεταβίβαση.

 Επί των δικαστικών εξόδων

42      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 14, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας,

έχουν την έννοια ότι:

πράξη μεταβίβασης, μέσω απαλλοτριώσεως, της κυριότητας γεωργικών εκτάσεων έναντι καταβολής αποζημιώσεως στον κύριό τους υπόκειται στον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) όταν ο εν λόγω κύριος είναι γεωργός υποκείμενος στον ΦΠΑ και ενεργεί με την ιδιότητα αυτή, έστω και αν δεν ασκεί καμία δραστηριότητα εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων και δεν έλαβε κανένα μέτρο για μια τέτοια μεταβίβαση.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική.


i      Η ονομασία που έχει δοθεί στην παρούσα υπόθεση είναι πλασματική. Δεν αντιστοιχεί στο πραγματικό όνομα κανενός διαδίκου.